κεδνοσύνη: Difference between revisions

From LSJ

τὸ δι' ἀκριβείας ἐξεταζόμενον → exactly weighed words

Source
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+), ([\w]+)<\/b>" to "$1, $2")
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=kednosyni
|Transliteration C=kednosyni
|Beta Code=kednosu/nh
|Beta Code=kednosu/nh
|Definition=ἡ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[trustiness]], [[goodness]], IG3.1370.</span>
|Definition=ἡ, <span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[trustiness]], [[goodness]], IG3.1370.</span>
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κεδνοσύνη]], ἡ (Α) [[κεδνός]]<br /><b>επιγρ.</b> η [[ιδιότητα]] του έμπιστου, του αφοσιωμένου, η [[καλοσύνη]], η [[αγαθότητα]], η [[πιστότητα]].
|mltxt=[[κεδνοσύνη]], ἡ (Α) [[κεδνός]]<br /><b>επιγρ.</b> η [[ιδιότητα]] του έμπιστου, του αφοσιωμένου, η [[καλοσύνη]], η [[αγαθότητα]], η [[πιστότητα]].
}}
}}

Revision as of 08:55, 11 December 2020

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κεδνοσύνη Medium diacritics: κεδνοσύνη Low diacritics: κεδνοσύνη Capitals: ΚΕΔΝΟΣΥΝΗ
Transliteration A: kednosýnē Transliteration B: kednosynē Transliteration C: kednosyni Beta Code: kednosu/nh

English (LSJ)

ἡ,    A trustiness, goodness, IG3.1370.

Greek Monolingual

κεδνοσύνη, ἡ (Α) κεδνός
επιγρ. η ιδιότητα του έμπιστου, του αφοσιωμένου, η καλοσύνη, η αγαθότητα, η πιστότητα.