ὑμνολογία: Difference between revisions
From LSJ
Σωτηρίας σημεῖον ἥμερος τρόπος → Auf Rettung deutet kultivierte Lebensart → Ein Hinweis auf die Rettung ist die sanfte Art
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)-([\w]+)<\/b>" to "$1-$2") |
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=ymnologia | |Transliteration C=ymnologia | ||
|Beta Code=u(mnologi/a | |Beta Code=u(mnologi/a | ||
|Definition=ἡ, <span class="sense" | |Definition=ἡ, <span class="sense"> <span class="bld">A</span> [[hymn-singing]], Sm.<span class="title">Jb.</span>33.26.</span> | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 08:20, 13 December 2020
English (LSJ)
ἡ, A hymn-singing, Sm.Jb.33.26.
German (Pape)
[Seite 1179] ἡ, Lobgesang, Chrysost.
Greek Monolingual
η / ὑμνολογία, ΝΜΑ ὑμνολόγος
νεοελλ.
1. εγκωμιασμός με ύμνους
2. μελέτη που ασχολείται με τους εκκλησιαστικούς ύμνους
3. δοξολογία
4. εκκλ. το μάθημα της θεολογίας το οποίο εξετάζει την ιστορία της εκκλησιαστικής υμνογραφίας, καθώς και τη λογοτεχνική και θεολογική αξία τών ύμνων
μσν.-αρχ.
εγκωμιαστικός ύμνος.
Greek Monolingual
τὰ, Α
βλ. υμνολόγιο(ν).