Φόρκος: Difference between revisions

From LSJ
(4b)
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
Line 6: Line 6:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ο, ΝΑ<br /><b>μυθ.</b><br /><b>1.</b> ο [[Φόρκυς]]<br /><b>2.</b> ο [[τόπος]] όπου πήγαιναν οι νεκροί, κατοικούσαν οι Ερινύες και η [[Περσεφόνη]] και φυλακίζονταν αιώνια οι ασεβείς, το Έρεβος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Βλ. λ. [[φορκός]].
|mltxt=ο, ΝΑ<br /><b>μυθ.</b><br /><b>1.</b> ο [[Φόρκυς]]<br /><b>2.</b> ο [[τόπος]] όπου πήγαιναν οι νεκροί, κατοικούσαν οι Ερινύες και η [[Περσεφόνη]] και φυλακίζονταν αιώνια οι ασεβείς, το Έρεβος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> Βλ. λ. [[φορκός]].
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''Φόρκος:''' ὁ Pind., Soph. = [[Φόρκυς]].
|elrutext='''Φόρκος:''' ὁ Pind., Soph. = [[Φόρκυς]].
}}
}}

Revision as of 21:45, 29 December 2020

Greek (Liddell-Scott)

Φόρκος: ὁ, = Φόρκυς, Πινδ. Π. 12. 24, Σοφ. Ἀποσπ. 407. ΙΙ. = Ἔρεβος, Λατ. Orcus, Φανοκλ. 1. 20, καὶ αὐτόθι Bach.· ἴδε Müller Orchom. σ. 155, Welcker Αἰσχύλ. Τριλογ. σ. 383, πρβλ. τὸ ἑπόμ. ΙΙ.

English (Slater)

Φόρκος father of the Gorgons and Graiai. ἤτοι τό τε θεσπέσιον Φόρκοἰ ἀμαύρωσεν γένος (sc. Περσεύς) (P. 12.13) ]Φόρκοιο, σύγγονον πατέρων (cf. v. 5, πατέρα Γοργόνων) Δ. 1. 17.

Greek Monolingual

ο, ΝΑ
μυθ.
1. ο Φόρκυς
2. ο τόπος όπου πήγαιναν οι νεκροί, κατοικούσαν οι Ερινύες και η Περσεφόνη και φυλακίζονταν αιώνια οι ασεβείς, το Έρεβος.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Βλ. λ. φορκός.

Russian (Dvoretsky)

Φόρκος: ὁ Pind., Soph. = Φόρκυς.