άρμη: Difference between revisions

From LSJ

μακάριοι οἱ πτωχοί τῷ πνεύματι ὄτι αὐτῶν ἐστὶν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν → blessed are the poor in spirit, for theirs is the kingdom of heaven (Matthew 5:3)

Source
(6)
 
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
 
(2 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=και [[άλμη]], η<br />[[διάλυμα]] νερού με [[αλάτι]], η [[σαλαμούρα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. [[άρμη]] <span style="color: red;"><</span> [[άλμη]], με φωνητική [[τροπή]] του -<i>λ</i>- προ συμφώνου στο αντίστοιχο [[υγρό]] -<i>ρ</i>- (<b>[[πρβλ]].</b> [[ελπίδα]] <span style="color: red;"><</span> <i>ερπίδα</i>, <i>αλμέγω</i> &GT; [[αρμέγω]], [[αδελφός]] <span style="color: red;"><</span> <i>αδερφός</i>)].
|mltxt=και [[άλμη]], η<br />[[διάλυμα]] νερού με [[αλάτι]], η [[σαλαμούρα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> Ο τ. [[άρμη]] <span style="color: red;"><</span> [[άλμη]], με φωνητική [[τροπή]] του -<i>λ</i>- προ συμφώνου στο αντίστοιχο [[υγρό]] -<i>ρ</i>- (<b>πρβλ.</b> [[ελπίδα]] <span style="color: red;"><</span> <i>ερπίδα</i>, <i>αλμέγω</i> > [[αρμέγω]], [[αδελφός]] <span style="color: red;"><</span> <i>αδερφός</i>)].
}}
}}

Latest revision as of 22:00, 29 December 2020

Greek Monolingual

και άλμη, η
διάλυμα νερού με αλάτι, η σαλαμούρα.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Ο τ. άρμη < άλμη, με φωνητική τροπή του -λ- προ συμφώνου στο αντίστοιχο υγρό -ρ- (πρβλ. ελπίδα < ερπίδα, αλμέγω > αρμέγω, αδελφός < αδερφός)].