στροιβός: Difference between revisions

From LSJ

Θεῶν ὄνειδος τοὺς κακοὺς εὐδαιμονεῖν → Crimen deorum est improbi felicitas → Ein Vorwurf an die Götter ist der Schurken Glück

Menander, Monostichoi, 255
(38)
m (LSJ2 replacement)
Line 1: Line 1:
{{LSJ2
|Full diacritics=στροιβός
|Medium diacritics=στροιβός
|Low diacritics=στροιβός
|Capitals=ΣΤΡΟΙΒΟΣ
|Transliteration A=stroibós
|Transliteration B=stroibos
|Transliteration C=stroivos
|Beta Code=stroibo/s
|Definition=[[δεινός]], Hsch. (fort. [[δῖνος]]).
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0955.png Seite 955]] = [[στρόβος]], [[στρόμβος]], Hesych.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0955.png Seite 955]] = [[στρόβος]], [[στρόμβος]], Hesych.

Revision as of 10:43, 31 January 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στροιβός Medium diacritics: στροιβός Low diacritics: στροιβός Capitals: ΣΤΡΟΙΒΟΣ
Transliteration A: stroibós Transliteration B: stroibos Transliteration C: stroivos Beta Code: stroibo/s

English (LSJ)

δεινός, Hsch. (fort. δῖνος).

German (Pape)

[Seite 955] = στρόβος, στρόμβος, Hesych.

Greek Monolingual

Α
(κατά τον Ησύχ.) «δῑνος».
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. έχει σχηματιστεί από το θ. του επιθ. στρεβλός (βλ. λ. στρέφω) με δυσερμήνευτο -οι-, το οποίο θα μπορούσε ίσως να έχει προέλθει από συμφυρμό με κάποια άλλη ρίζα, πιθ. σχετική με τα ανθρωπωνύμια Στροῖβος, Στρείβουν, χωρίς, όμως, να θεωρείται πιθανή η ύπαρξη ενός ρ. στρείβω με σημ. «γυρίζω γύρω γύρω»].