κρουσματικός: Difference between revisions

From LSJ

Μή μοι γένοιθ', ἃ βούλομ', ἀλλ' ἃ συμφέρει → Ne sit mihi, quod cupio, sed quod expedit → nicht was ich will, geschehe mir, doch was mir nützt

Menander, Monostichoi, 366
(c2)
 
m (LSJ2 replacement)
 
(2 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{LSJ2
|Full diacritics=κρουσματικός
|Medium diacritics=κρουσματικός
|Low diacritics=κρουσματικός
|Capitals=ΚΡΟΥΣΜΑΤΙΚΟΣ
|Transliteration A=krousmatikós
|Transliteration B=krousmatikos
|Transliteration C=krousmatikos
|Beta Code=krousmatiko/s
|Definition=v. [[κρουματικός]].
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1514.png Seite 1514]] = [[κρουματικός]]; λέξεις κρ., Pol. 3, 36, 3, von leeren, bloß tönenden Wörtern.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1514.png Seite 1514]] = [[κρουματικός]]; λέξεις κρ., Pol. 3, 36, 3, von leeren, bloß tönenden Wörtern.
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br /><i>c.</i> [[κρουματικός]].
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -ό (Α [[κρουσματικός]] και [[κρουματικός]], -ή, -όν) [[κρούσμα]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται σε [[κρούσμα]] νόσου<br /><b>αρχ.</b><br />[[κρουματικός]].
}}
}}

Latest revision as of 10:48, 31 January 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κρουσματικός Medium diacritics: κρουσματικός Low diacritics: κρουσματικός Capitals: ΚΡΟΥΣΜΑΤΙΚΟΣ
Transliteration A: krousmatikós Transliteration B: krousmatikos Transliteration C: krousmatikos Beta Code: krousmatiko/s

English (LSJ)

v. κρουματικός.

German (Pape)

[Seite 1514] = κρουματικός; λέξεις κρ., Pol. 3, 36, 3, von leeren, bloß tönenden Wörtern.

French (Bailly abrégé)

ή, όν :
c. κρουματικός.

Greek Monolingual

-ή, -ό (Α κρουσματικός και κρουματικός, -ή, -όν) κρούσμα
νεοελλ.
1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται σε κρούσμα νόσου
αρχ.
κρουματικός.