πεττύκια: Difference between revisions

From LSJ

ὥσπερ ἀνέµου 'ξαίφνης ἀσελγοῦς γενοµένου → just as when a wind suddenly turns foul, just as when a wind suddenly turns nasty

Source
(a)
 
m (LSJ2 replacement)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{LSJ2
|Full diacritics=πεττύκια
|Medium diacritics=πεττύκια
|Low diacritics=πεττύκια
|Capitals=ΠΕΤΤΥΚΙΑ
|Transliteration A=pettýkia
|Transliteration B=pettykia
|Transliteration C=pettykia
|Beta Code=pettu/kia
|Definition=τά, [[clippings of leather]], Moer. p. 305 P. (Cf. [[πεσσύγγιον]].)
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0606.png Seite 606]] τά, = πιττάκια, Moer.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0606.png Seite 606]] τά, = πιττάκια, Moer.
}}
{{grml
|mltxt=τὰ, Α<br />τα λεπτά αποκόμματα τών δερμάτων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Πρόκειται για λ. της καθημερινής γλώσσας, η οποία συνδέεται πιθ. με τη λ. [[πίσυγγος]] (<b>πρβλ.</b> [[πέσσυμπτον]], [[πεσσύπτη]]). Κατ' άλλους, η λ. [[πρέπει]] να συνδεθεί με το [[πιττάκιον]]].
}}
}}

Latest revision as of 11:01, 31 January 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πεττύκια Medium diacritics: πεττύκια Low diacritics: πεττύκια Capitals: ΠΕΤΤΥΚΙΑ
Transliteration A: pettýkia Transliteration B: pettykia Transliteration C: pettykia Beta Code: pettu/kia

English (LSJ)

τά, clippings of leather, Moer. p. 305 P. (Cf. πεσσύγγιον.)

German (Pape)

[Seite 606] τά, = πιττάκια, Moer.

Greek Monolingual

τὰ, Α
τα λεπτά αποκόμματα τών δερμάτων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Πρόκειται για λ. της καθημερινής γλώσσας, η οποία συνδέεται πιθ. με τη λ. πίσυγγος (πρβλ. πέσσυμπτον, πεσσύπτη). Κατ' άλλους, η λ. πρέπει να συνδεθεί με το πιττάκιον].