μαδαῖος: Difference between revisions
From LSJ
οὕτω τι βαθὺ καὶ μυστηριῶδες ἡ σιγὴ καὶ νηφάλιον, ἡ δὲ μέθη λάλον → silence is something profound and mysterious and sober, but drunkenness chatters
m (Text replacement - "αῑο" to "αῖο") |
|||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt= | |mltxt=μαδαῖος, -αία, -ον (Α)<br />(ποιητ. τ. του [[μαδαρός]]) [[υγρός]], [[πυώδης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Παρλλ. τ. του [[μαδαρός]], από το θ. του <i>μαδῶ</i>]. | ||
}} | }} |