ἡνιοποιεῖον: Difference between revisions

From LSJ

ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶνforgive us our trespasses

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "ποιεῑ" to "ποιεῖ")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ἡνιοποιεῑον, τὸ (Α) [[ηνιοποιός]]<br />[[εργαστήριο]] κατασκευής χαλινών.
|mltxt=ἡνιοποιεῖον, τὸ (Α) [[ηνιοποιός]]<br />[[εργαστήριο]] κατασκευής χαλινών.
}}
}}
{{lsm
{{lsm

Revision as of 06:45, 28 March 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἡνιοποιεῖον Medium diacritics: ἡνιοποιεῖον Low diacritics: ηνιοποιείον Capitals: ΗΝΙΟΠΟΙΕΙΟΝ
Transliteration A: hēniopoieîon Transliteration B: hēniopoieion Transliteration C: iniopoieion Beta Code: h(niopoiei=on

English (LSJ)

τό, A saddler's shop, X.Mem.4.2.8.

German (Pape)

[Seite 1172] τό, Sattlerwerkstatt, Xen. Hem. 4, 2, 8. Von

Greek (Liddell-Scott)

ἡνιοποιεῖον: τό, ἐργαστήριον χαλινῶν, Ξεν. Ἀπομν. 4. 2, 8.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
atelier de sellerie (propr. de bride).
Étymologie: ἡνία, ποιέω.

Greek Monolingual

ἡνιοποιεῖον, τὸ (Α) ηνιοποιός
εργαστήριο κατασκευής χαλινών.

Greek Monotonic

ἡνιοποιεῖον: τό (ποιέω), εργαστήριο παραγωγής χαλιναριών, σε Ξεν.

Russian (Dvoretsky)

ἡνιοποιεῖον: τό шорная мастерская Xen.

Middle Liddell

ἡνιο-ποιεῖον, ου, τό, ποιέω
a saddler's shop, Xen.