κρήδεσμον: Difference between revisions

From LSJ

Περὶ τοῦ ἐπέκεινα τοῦ νοῦ κατὰ μὲν νόησιν πολλὰ λέγεται, θεωρεῖται δὲ ἀνοησίᾳ κρείττονι νοήσεως → On the subject of that which is beyond intellect, many statements are made on the basis of intellection, but it may be immediately cognised only by means of a non-intellection superior to intellection

Porphyry, Sententiae, 25
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κρήδεσμον]] (Α)<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[κεφαλόδεσμον]]».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>κρή</i>-<i>δεσμον</i><br />το α' συνθετικό <i>κρη</i>- ανάγεται πιθ. στη λ. [[κάρα]] «[[κεφάλι]]» (<b>[[πρβλ]].</b> και [[κρήδεμνον]]) και το β' συνθετικό -<i>δεσμον</i> <span style="color: red;"><</span> <i>δέω</i> «[[δένω]]»].
|mltxt=[[κρήδεσμον]] (Α)<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[κεφαλόδεσμον]]».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>κρή</i>-<i>δεσμον</i><br />το α' συνθετικό <i>κρη</i>- ανάγεται πιθ. στη λ. [[κάρα]] «[[κεφάλι]]» ([[πρβλ]]. και [[κρήδεμνον]]) και το β' συνθετικό -<i>δεσμον</i> <span style="color: red;"><</span> <i>δέω</i> «[[δένω]]»].
}}
}}

Revision as of 13:52, 23 August 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κρήδεσμον Medium diacritics: κρήδεσμον Low diacritics: κρήδεσμον Capitals: ΚΡΗΔΕΣΜΟΝ
Transliteration A: krḗdesmon Transliteration B: krēdesmon Transliteration C: kridesmon Beta Code: krh/desmon

English (LSJ)

κεφαλόδεσμον, Hsch. κρηῆναι, κρήηνον, A v. κραίνω. κρηθεῖν· κακολογεῖν, Id. κρῆθεν, Adv., v. κράς ΙΙ.

Greek Monolingual

κρήδεσμον (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «κεφαλόδεσμον».
[ΕΤΥΜΟΛ. < κρή-δεσμον
το α' συνθετικό κρη- ανάγεται πιθ. στη λ. κάρα «κεφάλι» (πρβλ. και κρήδεμνον) και το β' συνθετικό -δεσμον < δέω «δένω»].