μνώα: Difference between revisions

From LSJ

καὶ οὐκ ἐκδικᾶταί σου ἡ χείρ, καὶ οὐ μηνιεῖς τοῖς υἱοῖς τοῦ λαοῦ σου καὶ ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν· ἐγώ εἰμι κύριος. Τὸν νόμον μου φυλάξεσθε → Let your hand not seek vengeance; do not show wrath toward the children of your people; love your neighbor as yourself. I am the Lord! Keep my Torah! (Leviticus 19:18f. LXX)

Source
(25)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=μνῴα και [[μνωΐα]] και [[μνοΐα]], ἡ (Α)<br />[[τάξη]] δούλων ή δουλοπάροικων στην [[Κρήτη]] η οποία συγκροτήθηκε με την [[εγκατάσταση]] τών Δωριέων στο [[νησί]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[δμώς]], -<i>ωός</i> «[[δούλος]]», με [[τροπή]] του <i>δμ</i>- σε <i>μν</i>- (<b>[[πρβλ]].</b> [[μεσόδμη]]: [[μεσόμνη]])].
|mltxt=μνῴα και [[μνωΐα]] και [[μνοΐα]], ἡ (Α)<br />[[τάξη]] δούλων ή δουλοπάροικων στην [[Κρήτη]] η οποία συγκροτήθηκε με την [[εγκατάσταση]] τών Δωριέων στο [[νησί]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[δμώς]], -<i>ωός</i> «[[δούλος]]», με [[τροπή]] του <i>δμ</i>- σε <i>μν</i>- ([[πρβλ]]. [[μεσόδμη]]: [[μεσόμνη]])].
}}
}}

Latest revision as of 15:15, 23 August 2021

Greek Monolingual

μνῴα και μνωΐα και μνοΐα, ἡ (Α)
τάξη δούλων ή δουλοπάροικων στην Κρήτη η οποία συγκροτήθηκε με την εγκατάσταση τών Δωριέων στο νησί.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δμώς, -ωός «δούλος», με τροπή του δμ- σε μν- (πρβλ. μεσόδμη: μεσόμνη)].