μολποδώρα: Difference between revisions

From LSJ

τὸν νέον τίνα οἴει καρδίαν ἴσχειν → what do you think are his feelings

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μολποδώρα]], ἡ (Α)<br />(ως [[τίτλος]] της Αφροδίτης στην Κύπρο) αυτή που χορηγεί, που δωρίζει τη [[μολπή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μολπή]] <span style="color: red;">+</span> -<i>δώρα</i> (<span style="color: red;"><</span> [[δῶρον]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>αναξί</i>-<i>δώρα</i>, <i>Παν</i>-<i>δώρα</i>].
|mltxt=[[μολποδώρα]], ἡ (Α)<br />(ως [[τίτλος]] της Αφροδίτης στην Κύπρο) αυτή που χορηγεί, που δωρίζει τη [[μολπή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μολπή]] <span style="color: red;">+</span> -<i>δώρα</i> (<span style="color: red;"><</span> [[δῶρον]]), [[πρβλ]]. <i>αναξί</i>-<i>δώρα</i>, <i>Παν</i>-<i>δώρα</i>].
}}
}}

Revision as of 15:25, 23 August 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μολποδώρα Medium diacritics: μολποδώρα Low diacritics: μολποδώρα Capitals: ΜΟΛΠΟΔΩΡΑ
Transliteration A: molpodṓra Transliteration B: molpodōra Transliteration C: molpodora Beta Code: molpodw/ra

English (LSJ)

ας, ἡ, A bestower of μολπή, title of Aphrodite in Cyprus, Schwyzer682.6.

Greek Monolingual

μολποδώρα, ἡ (Α)
(ως τίτλος της Αφροδίτης στην Κύπρο) αυτή που χορηγεί, που δωρίζει τη μολπή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μολπή + -δώρα (< δῶρον), πρβλ. αναξί-δώρα, Παν-δώρα].