ιριδοειδής: Difference between revisions
From LSJ
ἡ κέρκος τῇ ἀλώπεκι μαρτυρεῖ → you can tell a fox by its tail, small traits give the clue to the character of a person
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10") |
|||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ές<br />[[ιριδόχρους]], αυτός που έχει τα χρώματα της ίριδας, αυτός που μοιάζει με την [[ίριδα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἶρις]], <i>ἴριδος</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>ειδής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[είδος]]), [[πρβλ]]. | |mltxt=-ές<br />[[ιριδόχρους]], αυτός που έχει τα χρώματα της ίριδας, αυτός που μοιάζει με την [[ίριδα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἶρις]], <i>ἴριδος</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>ειδής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[είδος]]), [[πρβλ]]. [[βελονοειδής]], [[χελιδονοειδής]]. Η λ. μαρτυρείται από το 1885 στο περιοδικό [[σύγγραμμα]] <i>Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος Κων</i>/<i>λεως</i>]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 18:10, 23 August 2021
Greek Monolingual
-ές
ιριδόχρους, αυτός που έχει τα χρώματα της ίριδας, αυτός που μοιάζει με την ίριδα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἶρις, ἴριδος + -ειδής (< είδος), πρβλ. βελονοειδής, χελιδονοειδής. Η λ. μαρτυρείται από το 1885 στο περιοδικό σύγγραμμα Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος Κων/λεως].