μεταλλομιγής: Difference between revisions

From LSJ

Ἥξει τὸ γῆρας πᾶσαν αἰτίαν φέρον → Veniet senectus omne crimen sustinens → Bald kommt das Alter, das an allem trägt die Schuld

Menander, Monostichoi, 209
(25)
 
mNo edit summary
 
(2 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ές<br /><b>φρ.</b> «[[μεταλλομιγής]] [[λίθος]]»<br /><b>(ορυκτ.)</b> [[λίθος]] αναμεμιγμένος ή εμποτισμένος με [[μετάλλευμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μέταλλο]] <span style="color: red;">+</span> -[[μιγής]] (<span style="color: red;"><</span> [[μίγνυμι]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>θηριο</i>-[[μιγής]]. Η λ. μαρτυρείται από το 1833 στην <i>Εφημερίδα της Κυβερνήσεως</i>].
|mltxt=-ές<br /><b>φρ.</b> «[[μεταλλομιγής]] [[λίθος]]»<br /><b>(ορυκτ.)</b> [[λίθος]] αναμεμιγμένος ή εμποτισμένος με [[μετάλλευμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μέταλλο]] <span style="color: red;">+</span> -[[μιγής]] (<span style="color: red;"><</span> [[μίγνυμι]]), [[πρβλ]]. [[θηριομιγής]]. Η λ. μαρτυρείται από το 1833 στην <i>Εφημερίδα της Κυβερνήσεως</i>].
}}
}}

Latest revision as of 10:08, 25 August 2021

Greek Monolingual

-ές
φρ. «μεταλλομιγής λίθος»
(ορυκτ.) λίθος αναμεμιγμένος ή εμποτισμένος με μετάλλευμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέταλλο + -μιγής (< μίγνυμι), πρβλ. θηριομιγής. Η λ. μαρτυρείται από το 1833 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως].