ἑβδομηκοστός: Difference between revisions
Περὶ τοῦ ἐπέκεινα τοῦ νοῦ κατὰ μὲν νόησιν πολλὰ λέγεται, θεωρεῖται δὲ ἀνοησίᾳ κρείττονι νοήσεως → On the subject of that which is beyond intellect, many statements are made on the basis of intellection, but it may be immediately cognised only by means of a non-intellection superior to intellection
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (Text replacement - " LXX " to " LXX ") |
||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">1</b> [[septuagésimo]] (ἡμέρη) Hp.<i>Epid</i>.7.7, ἔτος LXX <i>Za</i>.1.12, Plb.23.12.1, <i>TAM</i> 5.491 (I d.C.), Ὀλυμπιάς Eratosth.<i>Fr.Hist</i>.7, Plu.2.835a, Paus.6.3.8, ἑβδομηκοστὴ καὶ ἑβδόμη [[γενεά]] Gr.Nyss.<i>Hom.creat</i>.55.12<br /><b class="num">•</b>subst. ὁ ἑ. [[el (salmo) septuagésimo]] Gr.Nyss.<i>Pss</i>.95.20.<br /><b class="num">2</b> [[que dura setenta años]] χρόνος Thdt.M.80.1876D.<br /><b class="num">3</b> fem. subst. ἡ ἑ. (<i>sc</i>. ἡμέρα) [[el septuagésimo día]] τοῦ θεοῦ prob. ref. un día dentro de un período festivo <i>SB</i> 13867.47 (II d.C.). | |dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">1</b> [[septuagésimo]] (ἡμέρη) Hp.<i>Epid</i>.7.7, ἔτος [[LXX]] <i>Za</i>.1.12, Plb.23.12.1, <i>TAM</i> 5.491 (I d.C.), Ὀλυμπιάς Eratosth.<i>Fr.Hist</i>.7, Plu.2.835a, Paus.6.3.8, ἑβδομηκοστὴ καὶ ἑβδόμη [[γενεά]] Gr.Nyss.<i>Hom.creat</i>.55.12<br /><b class="num">•</b>subst. ὁ ἑ. [[el (salmo) septuagésimo]] Gr.Nyss.<i>Pss</i>.95.20.<br /><b class="num">2</b> [[que dura setenta años]] χρόνος Thdt.M.80.1876D.<br /><b class="num">3</b> fem. subst. ἡ ἑ. (<i>sc</i>. ἡμέρα) [[el septuagésimo día]] τοῦ θεοῦ prob. ref. un día dentro de un período festivo <i>SB</i> 13867.47 (II d.C.). | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ή, -ό (AM [[ἑβδομηκοστός]], -ή, -όν)<br /><b>1.</b> αυτός που στην αριθμητική [[σειρά]] έχει τη [[θέση]] με αριθμό [[εβδομήντα]]<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το εβδομηκοστό</i>(<i>ν</i>)<br />ένα από τα [[εβδομήντα]] ίσα μέρη στα οποία διαιρείται ένα [[σύνολο]]. | |mltxt=-ή, -ό (AM [[ἑβδομηκοστός]], -ή, -όν)<br /><b>1.</b> αυτός που στην αριθμητική [[σειρά]] έχει τη [[θέση]] με αριθμό [[εβδομήντα]]<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το εβδομηκοστό</i>(<i>ν</i>)<br />ένα από τα [[εβδομήντα]] ίσα μέρη στα οποία διαιρείται ένα [[σύνολο]]. | ||
}} | }} |
Revision as of 16:15, 20 June 2022
English (LSJ)
ή, όν, A seventieth, Hp.Epid.7.7, LXX Za.1.12.
German (Pape)
[Seite 700] der siebzigste, Hippocr.
Greek (Liddell-Scott)
ἑβδομηκοστός: -ή, -όν, Ἱππ. 1211Ε.
Spanish (DGE)
-ή, -όν
1 septuagésimo (ἡμέρη) Hp.Epid.7.7, ἔτος LXX Za.1.12, Plb.23.12.1, TAM 5.491 (I d.C.), Ὀλυμπιάς Eratosth.Fr.Hist.7, Plu.2.835a, Paus.6.3.8, ἑβδομηκοστὴ καὶ ἑβδόμη γενεά Gr.Nyss.Hom.creat.55.12
•subst. ὁ ἑ. el (salmo) septuagésimo Gr.Nyss.Pss.95.20.
2 que dura setenta años χρόνος Thdt.M.80.1876D.
3 fem. subst. ἡ ἑ. (sc. ἡμέρα) el septuagésimo día τοῦ θεοῦ prob. ref. un día dentro de un período festivo SB 13867.47 (II d.C.).
Greek Monolingual
-ή, -ό (AM ἑβδομηκοστός, -ή, -όν)
1. αυτός που στην αριθμητική σειρά έχει τη θέση με αριθμό εβδομήντα
2. το ουδ. ως ουσ. το εβδομηκοστό(ν)
ένα από τα εβδομήντα ίσα μέρη στα οποία διαιρείται ένα σύνολο.