ἐγκεντρισμός: Difference between revisions
μηδέν' ὀλβίζειν, πρὶν ἂν τέρμα τοῦ βίου περάσῃ μηδὲν ἀλγεινὸν παθών → Count no man blessed 'til he's passed the endpoint of his life without grievous suffering. (Sophocles, King Oedipus 1529f.)
m (LSJ1 replacement) |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''' [ὁἡ]) ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z\(])" to "$1 $2 $3") |
||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''ἐγκεντρισμός:''' ὁ прививка (ὁμοίων δένδρων εἰς [[ὅμοια]] Arst.). | |elrutext='''ἐγκεντρισμός:''' ὁ [[прививка]] (ὁμοίων δένδρων εἰς [[ὅμοια]] Arst.). | ||
}} | }} |
Revision as of 10:35, 23 August 2022
English (LSJ)
ὁ, = ἐγκέντρισις (inoculation, grafting of trees), Gp. 4.12.2, PSI 6.624.20.
Spanish (DGE)
-οῦ, ὁ
1 bot. injerto, injerto de púa περὶ ἐγκεντρισμοῦ ἐλαιῶν Gp.9.16 tít., τὸ ξυλῶδες σχίσαντες ἐμβάλλουσι τὰ ἐνθέματα. καλεῖται δὲ οὗτος ὁ τρόπος ἐ. Gp.10.75.5, cf. 4.12.2, Mich.in PN 105.8
•fig. ref. la conversión de fe crist., Iren.Lugd.Fr.Jena 10.2, Clem.Al.Strom.6.15.119, PRyl.471.3 (V d.C.), ref. al alma φυτὸν οὐράνιον, ἐγκεντρισμὸν ἀλλότριον οὐ δεξάμενον Synes.Prouid.1.10 (p.85).
2 acción de instigar, incitación, Gloss.2.283.
Greek Monolingual
ο (AM ἐγκεντρισμός)
η εγκέντριση
μσν.- νεοελλ.
η ένωση δύο φυτών ή τμημάτων τους, εμβολιασμός.