ἐγκέντρισις
From LSJ
Τὸ νικᾶν αὐτὸν αὑτὸν πασῶν νικῶν πρώτη τε καὶ ἀρίστη → The first and best victory is to conquer self.
English (LSJ)
ἐγκεντρίσεως, ἡ, inoculation or grafting of trees, Colum. 3.9.6, Jul.Ep.180 (pl.).
Spanish (DGE)
ἐγκεντρίσεως, ἡ
bot. injerto ἀλληλούχοις ἐγκεντρίσεσιν Iul.Ep.180.391d.
German (Pape)
[Seite 707] ἡ, das Pfropfen der Bäume, Columell. 3, 9, 6.
Greek (Liddell-Scott)
ἐγκέντρισις: ἐγκεντρίσεως, ἡ, τὸ ἐγκεντρίζειν, ἐμβολιάζειν, ἐμβολίασμα τῶν δένδρων, Ἰουλιαν. σ. 34· οὕτως, ἐγκεντρισμός, ὁ, Ἀριστ. π. Φυτ. 1. 6, 2, Γεωπ. 4. 12.