λεπτοσύνη: Difference between revisions
From LSJ
Ῥᾷον φέρειν δεῖ τὰς παρεστώσας τύχας → Facilius ferre oportet, quae incidunt mala → Recht leicht musst du das Schicksal tragen, das dich trifft
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
|||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=leptosyni | |Transliteration C=leptosyni | ||
|Beta Code=leptosu/nh | |Beta Code=leptosu/nh | ||
|Definition=ἡ, | |Definition=ἡ, = [[λεπτότης]], <span class="title">AP</span>11.110 (Nicarch.). | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 02:59, 24 August 2022
English (LSJ)
ἡ, = λεπτότης, AP11.110 (Nicarch.).
German (Pape)
[Seite 31] ἡ, poet. = λεπτότης, Nicarch. 16 (XI, 110).
Greek (Liddell-Scott)
λεπτοσύνη: ἡ = λεπτότης, Ἀνθ. Π. 11. 110.
Greek Monolingual
(I)
η
βοτ. γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών της οικογένειας σύνθετα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. leptosyne < νεολατ. leptosyne (< λεπτοσύνη)].
(II)
λεπτοσύνη, ἡ (ΑM) λεπτός
λεπτότητα.
Greek Monotonic
λεπτοσύνη: ἡ, = λεπτότης, σε Ανθ.
Russian (Dvoretsky)
λεπτοσύνη: (ῠ) ἡ Anth. = λεπτότης.