εὐάγων: Difference between revisions
Φίλος με βλάπτων (λυπῶν) οὐδὲν ἐχθροῦ διαφέρει → Laedens amicus distat inimico nihil → Ein Freund, der schadet, ist ganz gelich mir einem Feind
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=evagon | |Transliteration C=evagon | ||
|Beta Code=eu)a/gwn | |Beta Code=eu)a/gwn | ||
|Definition=[<b class="b3">ᾰ], ωνος, ὁ, ἡ</b>, | |Definition=[<b class="b3">ᾰ], ωνος, ὁ, ἡ</b>, [[of successful contests]], τιμά <span class="bibl">Pi.<span class="title">N.</span>10.38</span>. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 10:35, 24 August 2022
English (LSJ)
[ᾰ], ωνος, ὁ, ἡ, of successful contests, τιμά Pi.N.10.38.
German (Pape)
[Seite 1055] ωνος, τιμά, durch Kampf verherrlicht, Pind. N. 10, 38.
Greek (Liddell-Scott)
εὐάγων: ᾰ ωνος, ὁ, ἡ, ἐπὶ ἐπιτυχῶν ἀγώνων, εὐάγων τιμά, «ἡ ἐπὶ τοῖς ἀγῶσι τοῖς εὖ ἀγωνισθεῖσιν, ἢ εὖ καὶ καλῶς, τιμή» (Σχόλ.), Πινδ. Ν. 10. 71.
English (Slater)
εὐᾰγων
&nbnbsp;1 of successful contests ἕπεται δὲ (ἐπέβα coni. Wil.), Θεαῖε, ματρώων πολύγνωτον γένος ὑμετέρων εὐάγων τιμὰ (N. 10.38)
Greek Monolingual
εὐάγων, ὁ, ἡ (Α)
αυτός που αναφέρεται στον επιτυχημένο αγώνα («εὐάγων τιμά» — η τιμή για τους επιτυχείς αγώνες, Πίνδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + αγών].
Russian (Dvoretsky)
εὐάγων: ωνος (ᾰ) adj. добытый в успешных состязаниях (τιμά Pind.).