βραχυστομία: Difference between revisions
From LSJ
Ποιητὴς, ὁπόταν ἐν τῷ τρίποδι τῆς Μούσης καθίζηται, τότε οὐκ ἔμφρων ἐστίν → Whenever a poet is seated on the Muses' tripod, he is not in his senses
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
||
Line 9: | Line 9: | ||
|Beta Code=braxustomi/a | |Beta Code=braxustomi/a | ||
|Definition=ἡ, [[smallness of mouth]], <span class="bibl">Eust.767.16</span>. | |Definition=ἡ, [[smallness of mouth]], <span class="bibl">Eust.767.16</span>. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ας, ἡ [[pequeñez de boca]] βρεφικὴ β. Eust.767.15. | |||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 15: | Line 18: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''βρᾰχυστομία''': ἡ, τὸ ἔχειν βραχύ, μικρὸν [[στόμα]], Εὐστ. 767. 16. | |lstext='''βρᾰχυστομία''': ἡ, τὸ ἔχειν βραχύ, μικρὸν [[στόμα]], Εὐστ. 767. 16. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[βραχυστομία]], η (Μ)<br />(για [[βρέφος]]) το ότι έχει μικρό [[στόμα]] και χρειάζεται ειδικό [[τάισμα]]. | |mltxt=[[βραχυστομία]], η (Μ)<br />(για [[βρέφος]]) το ότι έχει μικρό [[στόμα]] και χρειάζεται ειδικό [[τάισμα]]. | ||
}} | }} |
Revision as of 12:05, 1 October 2022
English (LSJ)
ἡ, smallness of mouth, Eust.767.16.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ pequeñez de boca βρεφικὴ β. Eust.767.15.
German (Pape)
[Seite 462] ἡ, die enge Mündung, Eust.
Greek (Liddell-Scott)
βρᾰχυστομία: ἡ, τὸ ἔχειν βραχύ, μικρὸν στόμα, Εὐστ. 767. 16.
Greek Monolingual
βραχυστομία, η (Μ)
(για βρέφος) το ότι έχει μικρό στόμα και χρειάζεται ειδικό τάισμα.