ἐξαιμάτωσις: Difference between revisions

From LSJ

Ὅτ' εὐτυχεῖς, μάλιστα μὴ φρόνει μέγα → Minus insolesce, quo magis res prosperae → Wenn du im Glück bist, brüste dich am wenigsten

Menander, Monostichoi, 432
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
Line 9: Line 9:
|Beta Code=e)caima/twsis
|Beta Code=e)caima/twsis
|Definition=εως, ἡ, [[conversion into blood]], of food, ibid., <span class="bibl">Alex.Aphr.<span class="title">Pr.</span>2.63</span>, Gal. 11.139.
|Definition=εως, ἡ, [[conversion into blood]], of food, ibid., <span class="bibl">Alex.Aphr.<span class="title">Pr.</span>2.63</span>, Gal. 11.139.
}}
{{DGE
|dgtxt=-εως, ἡ<br />fisiol. [[conversión en sangre]] de los alimentos, como una de las funciones del hígado γεννᾶσθαι ... ἐν ἥπατι κατὰ τὴν ἐξαιμάτωσιν ἀνάλογον τῇ κατὰ τὸν οἶνον τρυγί Gal.11.139, τῶν εἰσφερομένων (e.d., de los alimentos) τὴν ἐξαιμάτωσιν ὑπὸ ἥπατος γείνεσθαι <i>PMich</i>.149.4.21 (II d.C.), cf. Ph.2.244, M.Ant.4.21, [[ἀποτυχία]] τῆς ἐξαιματώσεως Paul.Aeg.3.48.1, cf. 6.40.1, πρὸς τὴν ἐξαιμάτωσιν τῷ δεξιῷ ... μέρει (τοῦ ἥπατος) Ps.Caes.154.2, cf. Alex.Aphr.<i>Pr</i>.1.118, Steph.<i>in Hp.Aph</i>.1.174.4, c. gen. πρὸς τὴν τῶν ὑγρῶν ἐξαιμάτωσιν Gr.Nyss.<i>Hom.Opif</i>.308.1.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 18: Line 21:
{{bailly
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br />action de convertir en sang.<br />'''Étymologie:''' [[ἐξ]], [[αἱματόω]].
|btext=εως (ἡ) :<br />action de convertir en sang.<br />'''Étymologie:''' [[ἐξ]], [[αἱματόω]].
}}
{{DGE
|dgtxt=-εως, ἡ<br />fisiol. [[conversión en sangre]] de los alimentos, como una de las funciones del hígado γεννᾶσθαι ... ἐν ἥπατι κατὰ τὴν ἐξαιμάτωσιν ἀνάλογον τῇ κατὰ τὸν οἶνον τρυγί Gal.11.139, τῶν εἰσφερομένων (e.d., de los alimentos) τὴν ἐξαιμάτωσιν ὑπὸ ἥπατος γείνεσθαι <i>PMich</i>.149.4.21 (II d.C.), cf. Ph.2.244, M.Ant.4.21, [[ἀποτυχία]] τῆς ἐξαιματώσεως Paul.Aeg.3.48.1, cf. 6.40.1, πρὸς τὴν ἐξαιμάτωσιν τῷ δεξιῷ ... μέρει (τοῦ ἥπατος) Ps.Caes.154.2, cf. Alex.Aphr.<i>Pr</i>.1.118, Steph.<i>in Hp.Aph</i>.1.174.4, c. gen. πρὸς τὴν τῶν ὑγρῶν ἐξαιμάτωσιν Gr.Nyss.<i>Hom.Opif</i>.308.1.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐξαιμάτωσις]], η (Α) [[εξαιματώ]]<br />(για [[τροφή]]) η [[μετατροπή]] σε [[αίμα]] («ἐν ἥπατι [[κατά]] τήν έξαιμάτωσιν», <b>Γαλ.</b>).
|mltxt=[[ἐξαιμάτωσις]], η (Α) [[εξαιματώ]]<br />(για [[τροφή]]) η [[μετατροπή]] σε [[αίμα]] («ἐν ἥπατι [[κατά]] τήν έξαιμάτωσιν», <b>Γαλ.</b>).
}}
}}

Revision as of 16:06, 1 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐξαιμᾰτωσις Medium diacritics: ἐξαιμάτωσις Low diacritics: εξαιμάτωσις Capitals: ΕΞΑΙΜΑΤΩΣΙΣ
Transliteration A: exaimátōsis Transliteration B: exaimatōsis Transliteration C: eksaimatosis Beta Code: e)caima/twsis

English (LSJ)

εως, ἡ, conversion into blood, of food, ibid., Alex.Aphr.Pr.2.63, Gal. 11.139.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
fisiol. conversión en sangre de los alimentos, como una de las funciones del hígado γεννᾶσθαι ... ἐν ἥπατι κατὰ τὴν ἐξαιμάτωσιν ἀνάλογον τῇ κατὰ τὸν οἶνον τρυγί Gal.11.139, τῶν εἰσφερομένων (e.d., de los alimentos) τὴν ἐξαιμάτωσιν ὑπὸ ἥπατος γείνεσθαι PMich.149.4.21 (II d.C.), cf. Ph.2.244, M.Ant.4.21, ἀποτυχία τῆς ἐξαιματώσεως Paul.Aeg.3.48.1, cf. 6.40.1, πρὸς τὴν ἐξαιμάτωσιν τῷ δεξιῷ ... μέρει (τοῦ ἥπατος) Ps.Caes.154.2, cf. Alex.Aphr.Pr.1.118, Steph.in Hp.Aph.1.174.4, c. gen. πρὸς τὴν τῶν ὑγρῶν ἐξαιμάτωσιν Gr.Nyss.Hom.Opif.308.1.

German (Pape)

[Seite 863] ἡ, Verwandlung in Blut, Galen.; Verwundung, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἐξαιμάτωσις: -εως, ἡ, ἡ εἰς αἷμα μεταβολὴ τῆς τροφῆς, διὰ τὰς ἐξαιματώσεις Μ. Ἀντων. 4. 21, Γαλην. 19. 373, Ἀλέξ. Ἀφρ. Προβλ. 72, 34, κλ.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
action de convertir en sang.
Étymologie: ἐξ, αἱματόω.

Greek Monolingual

ἐξαιμάτωσις, η (Α) εξαιματώ
(για τροφή) η μετατροπή σε αίμα («ἐν ἥπατι κατά τήν έξαιμάτωσιν», Γαλ.).