κατάληξις: Difference between revisions

From LSJ

Σύμβουλος οὐδείς ἐστι βελτίων χρόνου → Consultor homini tempus utilissimus → Kein besserer Berater zeigt sich als die Zeit

Menander, Monostichoi, 479
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''' εως ἡ) ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z\(])" to "$1 $2, $3 $4")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1360.png Seite 1360]] ἡ, das Aufhören, S. Emp. adv. phys. 2, 61; das Ende, der Schluß, bes. der Schluß eines Verses, Gramm. u. Schol. oft.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1360.png Seite 1360]] ἡ, das Aufhören, S. Emp. adv. phys. 2, 61; das Ende, der Schluß, bes. der Schluß eines Verses, Gramm. u. Schol. oft.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br /><i>t. de gramm.</i> terminaison d'un mot ; syllabe finale d'un vers.<br />'''Étymologie:''' [[καταλήγω]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''κατάληξις''': -εως, ἡ, [[παῦσις]], [[τέλος]], [[τέρμα]], Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 10. 61. 2) ἡ τελευταία συλλαβὴ στίχου, Λογγῖνος 41. 2· [[κυρίως]], ὁ [[τελευταῖος]] ποὺς [[ὅταν]] [[εἶναι]] ἐλλιπὴς κατὰ μίαν συλλαβὴν ἢ πλείονας, «συλλαβὴ ἀντὶ ὅλου ποδὸς παραλαμβανομένη» Διον. Ἁλ. περὶ Συνθ. 18.
|lstext='''κατάληξις''': -εως, ἡ, [[παῦσις]], [[τέλος]], [[τέρμα]], Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 10. 61. 2) ἡ τελευταία συλλαβὴ στίχου, Λογγῖνος 41. 2· [[κυρίως]], ὁ [[τελευταῖος]] ποὺς [[ὅταν]] [[εἶναι]] ἐλλιπὴς κατὰ μίαν συλλαβὴν ἢ πλείονας, «συλλαβὴ ἀντὶ ὅλου ποδὸς παραλαμβανομένη» Διον. Ἁλ. περὶ Συνθ. 18.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br /><i>t. de gramm.</i> terminaison d'un mot ; syllabe finale d'un vers.<br />'''Étymologie:''' [[καταλήγω]].
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''κατάληξις:''' εως ἡ [[окончание]], [[конец]] Sext.
|elrutext='''κατάληξις:''' εως ἡ [[окончание]], [[конец]] Sext.
}}
}}

Revision as of 21:45, 1 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κατάληξις Medium diacritics: κατάληξις Low diacritics: κατάληξις Capitals: ΚΑΤΑΛΗΞΙΣ
Transliteration A: katálēxis Transliteration B: katalēxis Transliteration C: kataliksis Beta Code: kata/lhcis

English (LSJ)

εως, ἡ, A ending, termination, S.E.M.10.61, Nicom.Ar. 1.13.13; ἡ εἰς ο κ. A.D.Pron.29.17. 2 cadence or close of a period, Longin.41.2, Demetr.Eloc.19; final syllable, D.H.Comp.18.

German (Pape)

[Seite 1360] ἡ, das Aufhören, S. Emp. adv. phys. 2, 61; das Ende, der Schluß, bes. der Schluß eines Verses, Gramm. u. Schol. oft.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
t. de gramm. terminaison d'un mot ; syllabe finale d'un vers.
Étymologie: καταλήγω.

Greek (Liddell-Scott)

κατάληξις: -εως, ἡ, παῦσις, τέλος, τέρμα, Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 10. 61. 2) ἡ τελευταία συλλαβὴ στίχου, Λογγῖνος 41. 2· κυρίως, ὁ τελευταῖος ποὺς ὅταν εἶναι ἐλλιπὴς κατὰ μίαν συλλαβὴν ἢ πλείονας, «συλλαβὴ ἀντὶ ὅλου ποδὸς παραλαμβανομένη» Διον. Ἁλ. περὶ Συνθ. 18.

Russian (Dvoretsky)

κατάληξις: εως ἡ окончание, конец Sext.