στήῃς: Difference between revisions

From LSJ

τῷ ἄφρονι περιττεύει τὸ πάθος → the stupid man is carried away by passion

Source
(6_20)
 
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
 
(3 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{LSJ2
|Full diacritics=στήῃς
|Medium diacritics=στήῃς
|Low diacritics=στήης
|Capitals=ΣΤΗΗΣ
|Transliteration A=stḗēis
|Transliteration B=stēēs
|Transliteration C=stiis
|Beta Code=sth/h|s
|Definition=v. [[ἵστημι]].
}}
{{bailly
|btext=<i>épq. c.</i> [[στῇς]], <i>2ᵉ sg. sbj. ao.2 de</i> [[ἵστημι]].
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''στήῃς''': στήῃ, Ἐπικ. β΄ καὶ γ΄ ἑνικ. ὑποτακτ. ἀορίστ. β΄ τοῦ [[ἵστημι]].
|lstext='''στήῃς''': στήῃ, Ἐπικ. β΄ καὶ γ΄ ἑνικ. ὑποτακτ. ἀορίστ. β΄ τοῦ [[ἵστημι]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''στήῃς:''' [[στήῃ]], Επικ. βʹ και γʹ ενικ. υποτ. αορ. βʹ του [[ἵστημι]].
}}
}}

Latest revision as of 09:00, 2 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στήῃς Medium diacritics: στήῃς Low diacritics: στήης Capitals: ΣΤΗΗΣ
Transliteration A: stḗēis Transliteration B: stēēs Transliteration C: stiis Beta Code: sth/h|s

English (LSJ)

v. ἵστημι.

French (Bailly abrégé)

épq. c. στῇς, 2ᵉ sg. sbj. ao.2 de ἵστημι.

Greek (Liddell-Scott)

στήῃς: στήῃ, Ἐπικ. β΄ καὶ γ΄ ἑνικ. ὑποτακτ. ἀορίστ. β΄ τοῦ ἵστημι.

Greek Monotonic

στήῃς: στήῃ, Επικ. βʹ και γʹ ενικ. υποτ. αορ. βʹ του ἵστημι.