ταὐτό: Difference between revisions
From LSJ
κρειττότερον ἐστὶν εἰδέναι ἐν μέσῃ τῇ Πόλει φακιόλιον βασιλεῦον Τούρκου, ἢ καλύπτραν λατινικήν → I would rather see a Turkish turban in the midst of the City than the Latin mitre
(4b) |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1074.png Seite 1074]] ion. τωὐτό, att. auch ταὐτόν, neutr. von ὁ [[αὐτός]] für τὸ αὐτό, ein u. dasselbe. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1074.png Seite 1074]] ion. τωὐτό, att. auch ταὐτόν, neutr. von ὁ [[αὐτός]] für τὸ αὐτό, ein u. dasselbe. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>crase att. p.</i> τὸ [[αὐτό]], <i>neutre de</i> ὁ [[αὐτός]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ταὐτό''': Ἰων. [[τωὐτό]], Ἀττ. καὶ ταὐτόν, κατὰ κρᾶσιν ἀντὶ τὸ αὐτό, τὸ αὐτὸν ([[ἐνταῦθα]] σημειωτέον ὅτι τὰ σύνθετα ἐκ τοῦ ταὐτο οἱ νεώτεροι ἐκδόται συνήθως γράφουσι ταυτο [[ἄνευ]] κορωνίδος). | |lstext='''ταὐτό''': Ἰων. [[τωὐτό]], Ἀττ. καὶ ταὐτόν, κατὰ κρᾶσιν ἀντὶ τὸ αὐτό, τὸ αὐτὸν ([[ἐνταῦθα]] σημειωτέον ὅτι τὰ σύνθετα ἐκ τοῦ ταὐτο οἱ νεώτεροι ἐκδόται συνήθως γράφουσι ταυτο [[ἄνευ]] κορωνίδος). | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |
Revision as of 09:55, 2 October 2022
German (Pape)
[Seite 1074] ion. τωὐτό, att. auch ταὐτόν, neutr. von ὁ αὐτός für τὸ αὐτό, ein u. dasselbe.
French (Bailly abrégé)
crase att. p. τὸ αὐτό, neutre de ὁ αὐτός.
Greek (Liddell-Scott)
ταὐτό: Ἰων. τωὐτό, Ἀττ. καὶ ταὐτόν, κατὰ κρᾶσιν ἀντὶ τὸ αὐτό, τὸ αὐτὸν (ἐνταῦθα σημειωτέον ὅτι τὰ σύνθετα ἐκ τοῦ ταὐτο οἱ νεώτεροι ἐκδόται συνήθως γράφουσι ταυτο ἄνευ κορωνίδος).
Greek Monotonic
ταὐτό: Αττ. ταὐτόν, Ιων. τωὐτό, κράση αντί τὸ αὐτό, τὸν αὐτόν.
Russian (Dvoretsky)
ταὐτό: in crasi = τὸ αὐτό.