ἀπογέννημα: Difference between revisions

From LSJ

Γέρων ἐραστὴς ἐσχάτη κακὴ τύχη → Senex amator ultimum infortunium → Das größte Unglück ist ein greiser Liebhaber

Menander, Monostichoi, 90
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ματος, τό<br /><b class="num">1</b> [[producto]], [[resultado total]] Ti.Locr.97e, ἀ. εἶναι κρυστάλλου Ael.<i>NA</i> 15.8, ὁμοίως δὲ καὶ τὸ ποσὸν μέρος τοῦ ἐκ τῆς οὐσίας καὶ τοῦ ποσοῦ καὶ τῶν ἄλλων ἀπογεννήματος Alex.Aphr.<i>in Metaph</i>.669.21.<br /><b class="num">2</b> [[vastago]] ἓν καὶ μόνον ἀ. Apoll.<i>Ep.Bas</i>.M.32.1104D, cf. Tat.<i>Orat</i>.8.
|dgtxt=-ματος, τό<br /><b class="num">1</b> [[producto]], [[resultado total]] Ti.Locr.97e, ἀ. εἶναι κρυστάλλου Ael.<i>NA</i> 15.8, ὁμοίως δὲ καὶ τὸ ποσὸν μέρος τοῦ ἐκ τῆς οὐσίας καὶ τοῦ ποσοῦ καὶ τῶν ἄλλων ἀπογεννήματος Alex.Aphr.<i>in Metaph</i>.669.21.<br /><b class="num">2</b> [[vastago]] ἓν καὶ μόνον ἀ. Apoll.<i>Ep.Bas</i>.M.32.1104D, cf. Tat.<i>Orat</i>.8.
}}
{{bailly
|btext=ατος (τό) :<br />progéniture.<br />'''Étymologie:''' [[ἀπό]], [[γεννάω]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀπογέννημα''': τό, τὸ ἀπό τινος γεννηθέν, ἀπογεννάματα δὲ τουτέων ἐστὶ τὰ σώματα Τίμ. Λοκρ. 97Ε, Αἰλ. π. Ζ. 15. 8.
|lstext='''ἀπογέννημα''': τό, τὸ ἀπό τινος γεννηθέν, ἀπογεννάματα δὲ τουτέων ἐστὶ τὰ σώματα Τίμ. Λοκρ. 97Ε, Αἰλ. π. Ζ. 15. 8.
}}
{{bailly
|btext=ατος (τό) :<br />progéniture.<br />'''Étymologie:''' [[ἀπό]], [[γεννάω]].
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''ἀπογέννημα:''' ατος τό отпрыск, порождение Plat.
|elrutext='''ἀπογέννημα:''' ατος τό отпрыск, порождение Plat.
}}
}}

Revision as of 13:20, 2 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπογέννημα Medium diacritics: ἀπογέννημα Low diacritics: απογέννημα Capitals: ΑΠΟΓΕΝΝΗΜΑ
Transliteration A: apogénnēma Transliteration B: apogennēma Transliteration C: apogennima Beta Code: a)poge/nnhma

English (LSJ)

ατος, τό, offspring, Ti.Locr.97e, Ael.NA 15.8.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
1 producto, resultado total Ti.Locr.97e, ἀ. εἶναι κρυστάλλου Ael.NA 15.8, ὁμοίως δὲ καὶ τὸ ποσὸν μέρος τοῦ ἐκ τῆς οὐσίας καὶ τοῦ ποσοῦ καὶ τῶν ἄλλων ἀπογεννήματος Alex.Aphr.in Metaph.669.21.
2 vastago ἓν καὶ μόνον ἀ. Apoll.Ep.Bas.M.32.1104D, cf. Tat.Orat.8.

French (Bailly abrégé)

ατος (τό) :
progéniture.
Étymologie: ἀπό, γεννάω.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπογέννημα: τό, τὸ ἀπό τινος γεννηθέν, ἀπογεννάματα δὲ τουτέων ἐστὶ τὰ σώματα Τίμ. Λοκρ. 97Ε, Αἰλ. π. Ζ. 15. 8.

Russian (Dvoretsky)

ἀπογέννημα: ατος τό отпрыск, порождение Plat.