ὁποτέρωθε: Difference between revisions
Βουλῆς γὰρ ὀρθῆς οὐδὲν ἀσφαλέστερον → Nam tutior res nulla consilio bono → Denn nichts führt weniger irre als ein guter Rat
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0363.png Seite 363]] und ὁποτέρωθεν, ep. ὁπποτέρωθεν, correl. zu [[ποτέρωθεν]], von welcher von beiden Seiten her, Il. 14, 59; Suid. erkl. ἀπὸ ποίου μέρους. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0363.png Seite 363]] und ὁποτέρωθεν, ep. ὁπποτέρωθεν, correl. zu [[ποτέρωθεν]], von welcher von beiden Seiten her, Il. 14, 59; Suid. erkl. ἀπὸ ποίου μέρους. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>épq.</i> ὁπποτέρωθεν;<br /><i>adv. relat.</i><br />duquel des deux côtés, de laquelle des deux parts.<br />'''Étymologie:''' [[ὁπότερος]], -θε. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὁποτέρωθε''': -θεν, Ἐπικ. ὁπποτ-, Ἐπίρρ., ἐξ ὁποίου ἐκ τῶν δύο μερῶν, ὁπποτέρωθεν Ἀχαιοὶ ὀρινόμενοι κλονέονται Ἰλ. Ξ. 59 ὁπ. ἂν ᾖ ἡ πληγὴ Ἀριστ. π. Ζ. Μορ. 4. 11, 13· - ὁποτερωθενοῦν ὁ αὐτ. ἐν Ἀναλυτ. Προτ. 2. 11, 3. | |lstext='''ὁποτέρωθε''': -θεν, Ἐπικ. ὁπποτ-, Ἐπίρρ., ἐξ ὁποίου ἐκ τῶν δύο μερῶν, ὁπποτέρωθεν Ἀχαιοὶ ὀρινόμενοι κλονέονται Ἰλ. Ξ. 59 ὁπ. ἂν ᾖ ἡ πληγὴ Ἀριστ. π. Ζ. Μορ. 4. 11, 13· - ὁποτερωθενοῦν ὁ αὐτ. ἐν Ἀναλυτ. Προτ. 2. 11, 3. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |
Revision as of 18:09, 2 October 2022
English (LSJ)
ὁπότερ-θεν, Ep. ὁπποτ-, Adv. from which of the two sides or directions, Il.14.59; ὁ. ἂν ᾖ ἡ πληγή Arist.PA691b10; ὁποτερωθενοῦν on either of the two sides, Id.APr.61a38.
German (Pape)
[Seite 363] und ὁποτέρωθεν, ep. ὁπποτέρωθεν, correl. zu ποτέρωθεν, von welcher von beiden Seiten her, Il. 14, 59; Suid. erkl. ἀπὸ ποίου μέρους.
French (Bailly abrégé)
épq. ὁπποτέρωθεν;
adv. relat.
duquel des deux côtés, de laquelle des deux parts.
Étymologie: ὁπότερος, -θε.
Greek (Liddell-Scott)
ὁποτέρωθε: -θεν, Ἐπικ. ὁπποτ-, Ἐπίρρ., ἐξ ὁποίου ἐκ τῶν δύο μερῶν, ὁπποτέρωθεν Ἀχαιοὶ ὀρινόμενοι κλονέονται Ἰλ. Ξ. 59 ὁπ. ἂν ᾖ ἡ πληγὴ Ἀριστ. π. Ζ. Μορ. 4. 11, 13· - ὁποτερωθενοῦν ὁ αὐτ. ἐν Ἀναλυτ. Προτ. 2. 11, 3.
Greek Monotonic
ὁποτέρωθε: -θεν, Επικ. -ὁπποτ-, επίρρ., από όποιον από τους δύο, από όποιο μέλος του ζεύγους, σε Ομήρ. Ιλ.
Russian (Dvoretsky)
ὁποτέρωθε: (ν), эп. ὁπποτέρωθεν adv. relat. с которой из обеих сторон: ὁ. Ἀχαιοὶ κλονέονται Hom. (трудно сказать), с которой стороны ахейцам приходится хуже.