ὑποφραδμοσύνη: Difference between revisions
From LSJ
Κύριε, σῶσον τὸν δοῦλον σου κτλ. → Lord, save your slave ... (mosaic inscription from 4th cent. church in the Negev)
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
|||
Line 1: | Line 1: | ||
{{bailly | |||
|btext=ης (ἡ) :<br />suggestion, conseil.<br />'''Étymologie:''' [[ὑπό]], φράζομαι. | |||
}} | |||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὑποφραδμοσύνη''': ἡ, [[παραίνεσις]], [[συμβουλή]], σῇς δ’ ὑποφραδμοσύνῃσιν Ἡσ. Θεογ. 658· ἄλλως: σῇσιν ἐπιφροσύνῃσιν. | |lstext='''ὑποφραδμοσύνη''': ἡ, [[παραίνεσις]], [[συμβουλή]], σῇς δ’ ὑποφραδμοσύνῃσιν Ἡσ. Θεογ. 658· ἄλλως: σῇσιν ἐπιφροσύνῃσιν. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |
Revision as of 18:30, 2 October 2022
French (Bailly abrégé)
ης (ἡ) :
suggestion, conseil.
Étymologie: ὑπό, φράζομαι.
Greek (Liddell-Scott)
ὑποφραδμοσύνη: ἡ, παραίνεσις, συμβουλή, σῇς δ’ ὑποφραδμοσύνῃσιν Ἡσ. Θεογ. 658· ἄλλως: σῇσιν ἐπιφροσύνῃσιν.
Greek Monotonic
ὑποφραδμοσύνη: ἡ (φράδμων), παραίνεση, συμβουλή, νουθεσία, σε Ησίοδ.
Russian (Dvoretsky)
ὑποφραδμοσύνη: ἡ увещание, совет (Hes. - v. l. к σῇσι δ᾽ ἐπιφροσύνῃσι).
Middle Liddell
ὑπο-φραδμοσύνη, ἡ, φράδμων
suggestion, counsel, Hes.