ἡμιπλίνθιον: Difference between revisions

From LSJ

Βουλῆς γὰρ ὀρθῆς οὐδὲν ἀσφαλέστερον → Nam tutior res nulla consilio bono → Denn nichts führt weniger irre als ein guter Rat

Menander, Monostichoi, 68
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ου (τό) :<br />demi-brique.<br />'''Étymologie:''' ἡμι-, [[πλίνθος]].
|btext=ου (τό) :<br />demi-brique.<br />'''Étymologie:''' ἡμι-, [[πλίνθος]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἡμιπλίνθιον:''' τό [[полукирпич]] (прямоугольная плитка размером 1 х 2) Her.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 24: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἡμιπλίνθιον:''' τό ([[πλίνθος]]), μισή [[πλίνθος]], το ένα τούβλο [[δύο]] από τα οποία σχημάτιζαν [[μία]] πλίνθο, σε Ηρόδ.
|lsmtext='''ἡμιπλίνθιον:''' τό ([[πλίνθος]]), μισή [[πλίνθος]], το ένα τούβλο [[δύο]] από τα οποία σχημάτιζαν [[μία]] πλίνθο, σε Ηρόδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἡμιπλίνθιον:''' τό [[полукирпич]] (прямоугольная плитка размером 1 х 2) Her.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[ἡμι-]]πλίνθιον, ου, τό, [[πλίνθος]]<br />a [[half]]-plinth, a [[brick]] (two of [[which]] formed a plinth), Hdt.
|mdlsjtxt=[[ἡμι-]]πλίνθιον, ου, τό, [[πλίνθος]]<br />a [[half]]-plinth, a [[brick]] (two of [[which]] formed a plinth), Hdt.
}}
}}

Revision as of 20:30, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἡμιπλίνθιον Medium diacritics: ἡμιπλίνθιον Low diacritics: ημιπλίνθιον Capitals: ΗΜΙΠΛΙΝΘΙΟΝ
Transliteration A: hēmiplínthion Transliteration B: hēmiplinthion Transliteration C: imiplinthion Beta Code: h(mipli/nqion

English (LSJ)

τό, (πλίνθος) half-plinth, brick (two of which formed a plinth), ἡμιπλίνθια χρυσοῦ ingots of gold, Hdt.1.50, cf. IG12.314.82:—also ἡμίπλινθος, ὁ, Gloss.

German (Pape)

[Seite 1169] τό, Halbziegel, Her. 1, 50; Themist. or. 19.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
demi-brique.
Étymologie: ἡμι-, πλίνθος.

Russian (Dvoretsky)

ἡμιπλίνθιον: τό полукирпич (прямоугольная плитка размером 1 х 2) Her.

Greek (Liddell-Scott)

ἡμιπλίνθιον: τό, (πλίνθος) ἡμίσεια πλίνθος, «τοῦβλον» (ὧν δύο ἀπετέλουν μίαν πλίνθον), Λατ. semilaterium, ἡμιπλίνθια χρυσοῦ, ἐλάσματα παχέα ἀκατεργάστου χρυσοῦ, Ἡρόδ. 1. 50.

Greek Monolingual

ἡμιπλίνθιον, τὸ και ἡμίπλινθος, ἡ (Α) ημίπλινθος
μισή πλίνθος, μισό τούβλο.

Greek Monotonic

ἡμιπλίνθιον: τό (πλίνθος), μισή πλίνθος, το ένα τούβλο δύο από τα οποία σχημάτιζαν μία πλίνθο, σε Ηρόδ.

Middle Liddell

ἡμι-πλίνθιον, ου, τό, πλίνθος
a half-plinth, a brick (two of which formed a plinth), Hdt.