Ὀλυμπικός: Difference between revisions

From LSJ

τὸ τῶν νικητόρων στρατόπεδον → Victorious Legion

Source
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 12: Line 12:
{{bailly
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />d’Olympie.<br />'''Étymologie:''' [[Ὀλυμπία]].
|btext=ή, όν :<br />d’Olympie.<br />'''Étymologie:''' [[Ὀλυμπία]].
}}
{{elru
|elrutext='''Ὀλυμπικός:''' ион. Οὐλυμπικός 3 олимпийский Her., Plut.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 18: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''Ὀλυμπικός:''' -ή, -όν,<br /><b class="num">1.</b> αυτός που ανήκει σε ή προέρχεται από τον Όλυμπο, σε Ηρόδ.<br /><b class="num">2.</b> αναφερόμενο στην [[Ολυμπία]], ὁ Ὀλυμπικὸς [[ἀγών]], οι Ολυμπιακοί Αγώνες, σε Αριστοφ.
|lsmtext='''Ὀλυμπικός:''' -ή, -όν,<br /><b class="num">1.</b> αυτός που ανήκει σε ή προέρχεται από τον Όλυμπο, σε Ηρόδ.<br /><b class="num">2.</b> αναφερόμενο στην [[Ολυμπία]], ὁ Ὀλυμπικὸς [[ἀγών]], οι Ολυμπιακοί Αγώνες, σε Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''Ὀλυμπικός:''' ион. Οὐλυμπικός 3 олимпийский Her., Plut.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj

Revision as of 21:50, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Ὀλυμπικός Medium diacritics: Ὀλυμπικός Low diacritics: Ολυμπικός Capitals: ΟΛΥΜΠΙΚΟΣ
Transliteration A: Olympikós Transliteration B: Olympikos Transliteration C: Olympikos Beta Code: *)olumpiko/s

English (LSJ)

ή, όν, A of Olympus, ἐσβολή Hdt.7.172; ὑπώρεια Plu.Aem.13. 2 of Olympia, Olympic, ὁ Ὀ. ἀγών the Olympic games, Th.1.6, Ar.Pl.583; ὁ Ὀ. λόγος title of work by Gorgias (Fr. 7) : -κός, ὁ, name of a month in Elis, Inscr.Olymp.8.

French (Bailly abrégé)

ή, όν :
d’Olympie.
Étymologie: Ὀλυμπία.

Russian (Dvoretsky)

Ὀλυμπικός: ион. Οὐλυμπικός 3 олимпийский Her., Plut.

Greek (Liddell-Scott)

Ὀλυμπικός: -ή, -όν, ὁ ἀνήκων εἰς τὸν Ὄλυμπον, ἐσβολή, Ἡρόδ. 7. 172. 2) ὁ ἀνήκων εἰς τὰ Ὀλύμπια, ὁ Ὀλ. ἀγών, οἱ Ὀλυμπιακοὶ ἀγῶνες, Ἀριστοφ. Πλ. 583.

Greek Monotonic

Ὀλυμπικός: -ή, -όν,
1. αυτός που ανήκει σε ή προέρχεται από τον Όλυμπο, σε Ηρόδ.
2. αναφερόμενο στην Ολυμπία, ὁ Ὀλυμπικὸς ἀγών, οι Ολυμπιακοί Αγώνες, σε Αριστοφ.

Middle Liddell

Ὀλυμπικός, ή, όν
1. of Olympus, Hdt.
2. of Olympia, Olympic, ὁ Ὀλ. ἀγών the Olympic games, Ar.

English (Woodhouse)

Olympic

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)