χαμαιτυπία: Difference between revisions
From LSJ
πρὸ τελευτῆς μὴ μακάριζε μηδένα, καὶ ἐν τέκνοις αὐτοῦ γνωσθήσεται ἀνήρ → Count no man blessed before his end; a man will be recognized in his offspring. (Ecclesiasticus 11:28)
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
m (pape replacement) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=και ιων. τ. χαμαιτυπίη, ἡ, Α [[χαμαιτυπῶ]]<br />η [[πορνεία]]. | |mltxt=και ιων. τ. χαμαιτυπίη, ἡ, Α [[χαμαιτυπῶ]]<br />η [[πορνεία]]. | ||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=ἡ, <i>das [[Leben]] einer Gassenhure, [[Hurerei]]</i>, Alciphr. 3.64; Hesych. | |||
}} | }} |
Revision as of 17:00, 24 November 2022
English (LSJ)
ἡ, whoredom, Alciphr.3.64, Man. 4.353.
Greek (Liddell-Scott)
χᾰμαιτῠπία: ἡ, πορνεία, περὶ χαμαιτυπίας εἱλεῖσθαι (ἔνθα ὁ Ber…ler διορθοῖ: περὶ χαμαιτυπεῖα): νύκτωρ δὲ περικαλύπτοντα τὴν κεφαλὴν τριβωνίῳ καὶ περὶ χαμαιτυπεῖα εἱλούμενον Ἀλαίφρων 3. 64· ἐκ ... χαμαιτυπίης ἕξει βίον εὔπορον ἀεὶ Μανέθων 4, 353.
Greek Monolingual
και ιων. τ. χαμαιτυπίη, ἡ, Α χαμαιτυπῶ
η πορνεία.
German (Pape)
ἡ, das Leben einer Gassenhure, Hurerei, Alciphr. 3.64; Hesych.