λογιστεύω: Difference between revisions

From LSJ

πάντες γὰρ οἱ λαβόντες μάχαιραν ἐν μαχαίρῃ ἀπολοῦνται → all they that take the sword shall perish with the sword

Source
(6_6)
mNo edit summary
 
(8 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=logisteyo
|Transliteration C=logisteyo
|Beta Code=logisteu/w
|Beta Code=logisteu/w
|Definition=<span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">administer as</b> λογιστής, τοὺς Σμυρναίους <span class="bibl">Philostr.<span class="title">VS</span> 1.19.2</span>, cf. <span class="title">Jahresh.</span>23 <span class="title">Beibl.</span>54 (Mopsuestia), <span class="title">IGRom.</span>3.6, <span class="title">OGI</span>722.10 (iv A. D.), etc.: c. gen., <b class="b2">to be curator of</b>, <b class="b3">τῆς κολωνίας, τῆς . . πόλεως</b>, <span class="title">IG</span> 5(1).524 (Laconia), <span class="title">OGI</span>500.12 (Aphrodisias). </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">II</span> metaph., ἡ φύσις λογιστεύει τὰ μόρια <span class="bibl">Sever.<span class="title">Clyst.</span>p.6</span> D., cf. Suid.</span>
|Definition=<span class="bld">A</span> [[administer]] as [[λογιστής]], [[call upon to render accounts]], τοὺς Σμυρναίους Philostr.''VS'' 1.19.2, cf. ''Jahresh.''23 ''Beibl.''54 (Mopsuestia), ''IGRom.''3.6, ''OGI''722.10 (iv A. D.), etc.: c. gen., to [[be curator of]], τῆς κολωνίας, τῆς… πόλεως, ''IG'' 5(1).524 (Laconia), ''OGI''500.12 (Aphrodisias).<br><span class="bld">II</span> metaph., ἡ φύσις λογιστεύει τὰ μόρια Sever.''Clyst.''p.6 D., cf. Suid.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''λογιστεύω''': εἶμαι [[λογιστής]], διοικῶ ὡς [[λογιστής]], τῶν κατὰ τὴν πόλιν Εὐσ. Ἐκκλ. Ἱστ. 9. 2· τοὺς Σμυρναίους Φιλόστρ. 512. ΙΙ. [[ἐξετάζω]] λογαριασμόν τινα· [[καθόλου]], [[ἐξετάζω]], Συλλ. Ἐπιγρ. 1399. 2790. - [[Κατὰ]] Σουΐδ., «λογιστεῦσαι, ἀπαριθμῆσαι, ἀναμετρῆσαι».
|lstext='''λογιστεύω''': εἶμαι [[λογιστής]], διοικῶ ὡς [[λογιστής]], τῶν κατὰ τὴν πόλιν Εὐσ. Ἐκκλ. Ἱστ. 9. 2· τοὺς Σμυρναίους Φιλόστρ. 512. ΙΙ. [[ἐξετάζω]] λογαριασμόν τινα· [[καθόλου]], [[ἐξετάζω]], Συλλ. Ἐπιγρ. 1399. 2790. - [[Κατὰ]] Σουΐδ., «λογιστεῦσαι, ἀπαριθμῆσαι, ἀναμετρῆσαι».
}}
{{grml
|mltxt=[[λογιστεύω]] (AM [[λογιστής]]<br />[[διοικώ]], [[κυβερνώ]] ως [[λογιστής]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[είμαι]] [[επιμελητής]] ή [[φροντιστής]]<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> [[κυβερνώ]], [[διευθύνω]], [[διαχειρίζομαι]] («ἡ [[φύσις]] λογιστεύει τὰ μόρια», Σεβήρ. Ιατρ.).
}}
{{pape
|ptext=<i>ein [[λογιστής]] sein</i>, Philostr.; – <i>eine [[Rechnung]] [[prüfen]]</i>, und überhaupt <i>[[prüfen]], [[untersuchen]]</i>, Suid. und Sp.
}}
}}

Latest revision as of 08:44, 25 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λογιστεύω Medium diacritics: λογιστεύω Low diacritics: λογιστεύω Capitals: ΛΟΓΙΣΤΕΥΩ
Transliteration A: logisteúō Transliteration B: logisteuō Transliteration C: logisteyo Beta Code: logisteu/w

English (LSJ)

A administer as λογιστής, call upon to render accounts, τοὺς Σμυρναίους Philostr.VS 1.19.2, cf. Jahresh.23 Beibl.54 (Mopsuestia), IGRom.3.6, OGI722.10 (iv A. D.), etc.: c. gen., to be curator of, τῆς κολωνίας, τῆς… πόλεως, IG 5(1).524 (Laconia), OGI500.12 (Aphrodisias).
II metaph., ἡ φύσις λογιστεύει τὰ μόρια Sever.Clyst.p.6 D., cf. Suid.

Greek (Liddell-Scott)

λογιστεύω: εἶμαι λογιστής, διοικῶ ὡς λογιστής, τῶν κατὰ τὴν πόλιν Εὐσ. Ἐκκλ. Ἱστ. 9. 2· τοὺς Σμυρναίους Φιλόστρ. 512. ΙΙ. ἐξετάζω λογαριασμόν τινα· καθόλου, ἐξετάζω, Συλλ. Ἐπιγρ. 1399. 2790. - Κατὰ Σουΐδ., «λογιστεῦσαι, ἀπαριθμῆσαι, ἀναμετρῆσαι».

Greek Monolingual

λογιστεύω (AM λογιστής
διοικώ, κυβερνώ ως λογιστής
αρχ.
1. είμαι επιμελητής ή φροντιστής
2. μτφ. κυβερνώ, διευθύνω, διαχειρίζομαι («ἡ φύσις λογιστεύει τὰ μόρια», Σεβήρ. Ιατρ.).

German (Pape)

ein λογιστής sein, Philostr.; – eine Rechnung prüfen, und überhaupt prüfen, untersuchen, Suid. und Sp.