ἀντίρρησις: Difference between revisions
ὀφθαλμοὶ γὰρ τῶν ὤτων ἀκριβέστεροι μάρτυρες → the eyes are more accurate witnesses than the ears, the eyes are more exact witnesses than the ears
m (pape replacement) |
m (Text replacement - "<b class="num">(\d+)\)" to "<b class="num">$1") |
||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''ἀντίρρησις:''' εως ἡ<br /><b class="num">1 | |elrutext='''ἀντίρρησις:''' εως ἡ<br /><b class="num">1</b> возражение, тж. спор (πρός τινα Polyb. и πρός τι Plut.);<br /><b class="num">2</b> [[опровержение]] (τῆς ἀποφάσεως Diod.). | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=ἡ, <i>[[Widerspruch]], [[Widerlegung]]</i>, Sp.; <i>[[Streit]]</i>, Pol. 18.25; πρός τινα 2.7. | |ptext=ἡ, <i>[[Widerspruch]], [[Widerlegung]]</i>, Sp.; <i>[[Streit]]</i>, Pol. 18.25; πρός τινα 2.7. | ||
}} | }} |
Revision as of 17:35, 25 November 2022
English (LSJ)
εως, ἡ, gainsaying, altercation, ἀ. γίγνεταί τινι πρός τινα περί τινος Plb.2.7.7; controversy, Gal.Phil.Hist.24 D.; refutation of, D.S.1.38, J.Ap.2.1, Hermog.Id.1.8, Gal.1.131; counter-statement, POxy.68.11 (ii A. D.); reply, Phld.Rh.1.384S., al., Sign.7, cf. ΙΙ.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
• Grafía: tb. ἀντίρησις POxy.68.11 (II d.C.)
I altercado, controversia γενομένης τινὸς ἀντιρρήσεως τοῖς στρατιώταις πρὸς τοὺς στρατηγοὺς ὑπὲρ ὀψωνίων Plb.2.7.7, ἀντιρρήσεως γινομένης Plb.28.2.4.
II 1refutación καὶ ταύτην δὲ τὴν ἀπόφασιν οὐ πολλῆς ἀντιρρήσεως δεῖσθαι συμβέβηκε D.S.1.38, τήν τε ἀντίρρησιν ἐποιησάμην πρὸς Μανεθῶνα I.Ap.2.1, καὶ παυσαμένου μὴ εὐθέως ἐπιβάλλῃ τὴν ἀντίρρησιν Plu.2.39c, cf. Ammon.Diff.44, Gal.1.131, Hermog.Id.1.8 (p.262), A.D.Synt.215.9, 265.3, Coni.214.9
•réplica πειρᾶταίτε Διονύσιος πρὸς ἃς φέρουσιν ἀντιρρήσεις οἱ παρ' ἡμῶν φιλοτεχνεῖν Phld.Sign.7.7, cf. Rh.1.384
•sentencia en contra, condena ὅτι οὐκ ἔστιν γινομένη ἀντίρρησις ἀπὸ τῶν ποιούντων τὸ πονηρὸν ταχύ LXX Ec.8.11.
2 declaración contraria en un pleito ποιοῦμαι τὴν δαίουσαν ἀντίρησιν POxy.l.c., cf. SB 5357.12 (V d.C.).
III acción para evitar que se tome algo en prenda μηδεμιᾶς ἀποδόσεως [μήτε] ἀντιρρήσεως γεναμένης Mitteis Chr.2.240.23 (II d.C.).
Greek (Liddell-Scott)
ἀντίρρησις: -εως, ἡ, ὡς καὶ νῦν, ἐναντίος ἰσχυρισμός, ἀντιλογία, πρός τινα Πολύβ. 2. 7, 7· ἐναντιολογία, ἀναίρεσις, Διόδ. 1. 38.
Russian (Dvoretsky)
ἀντίρρησις: εως ἡ
1 возражение, тж. спор (πρός τινα Polyb. и πρός τι Plut.);
2 опровержение (τῆς ἀποφάσεως Diod.).
German (Pape)
ἡ, Widerspruch, Widerlegung, Sp.; Streit, Pol. 18.25; πρός τινα 2.7.