κρητηρίζω: Difference between revisions
From LSJ
ξένῳ δὲ σιγᾶν κρεῖττον ἢ κεκραγέναι → it's better for a stranger to keep silence than to shout (Menander)
m (LSJ2 replacement) |
mNo edit summary |
||
(2 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=kritirizo | |Transliteration C=kritirizo | ||
|Beta Code=krhthri/zw | |Beta Code=krhthri/zw | ||
|Definition=v. [[κρατηρίζω]]. | |Definition=v. [[κρατηρίζω]] ([[mix a bowl of wine]], [[drink from a bowl of wine]], [[drink out of the krater]]). | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[κρητηρίζω]] (Α)<br /><b> | |mltxt=[[κρατηρίζω]], ιων. τ. [[κρητηρίζω]] (Α) [[κρατήρ]]<br /><b>1.</b> [[αναμιγνύω]] οίνο με [[νερό]] [[μέσα]] σε κρατήρα<br /><b>2.</b> [[εκτελώ]] καθήκοντα υπηρέτη σε θέματα σχετικά με τους κρατήρες στα οργιαστικά μυστήρια<br /><b>3.</b> <b>παθ.</b> <i>κρατηρίζομαι</i><br />[[πίνω]] [[κρασί]] [[χωρίς]] [[μέτρο]] από τον κρατήρα, [[πίνω]] κρατήρες κρασιού, [[πίνω]] με την [[κανάτα]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 09:20, 25 December 2022
English (LSJ)
v. κρατηρίζω (mix a bowl of wine, drink from a bowl of wine, drink out of the krater).
Greek Monolingual
κρατηρίζω, ιων. τ. κρητηρίζω (Α) κρατήρ
1. αναμιγνύω οίνο με νερό μέσα σε κρατήρα
2. εκτελώ καθήκοντα υπηρέτη σε θέματα σχετικά με τους κρατήρες στα οργιαστικά μυστήρια
3. παθ. κρατηρίζομαι
πίνω κρασί χωρίς μέτρο από τον κρατήρα, πίνω κρατήρες κρασιού, πίνω με την κανάτα.