ὀξυπείνης: Difference between revisions

From LSJ

Ξένῳ μάλιστα συμφέρει τὸ σωφρονεῖν → Bene se modeste gerere peregrinum decet → Den größten Nutzen bringt dem Gast Bescheidenheit

Menander, Monostichoi, 392
m (LSJ2 replacement)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. $2$4]")
 
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ὀξυπείνης]], ὁ (ΑΜ)<br />αυτός που αισθάνεται [[πείνα]] [[γρήγορα]], που πεινάει [[κάθε]] τόσο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>οξυ</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>πείνης</i> (<span style="color: red;"><</span> [[πείνα]]), <b>πρβλ.</b> <i>γεω</i>-<i>πείνης</i>].
|mltxt=[[ὀξυπείνης]], ὁ (ΑΜ)<br />αυτός που αισθάνεται [[πείνα]] [[γρήγορα]], που πεινάει [[κάθε]] τόσο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>οξυ</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>πείνης</i> (<span style="color: red;"><</span> [[πείνα]]), [[πρβλ]]. [[γεωπείνης]]].
}}
}}

Latest revision as of 12:10, 10 May 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀξυπείνης Medium diacritics: ὀξυπείνης Low diacritics: οξυπείνης Capitals: ΟΞΥΠΕΙΝΗΣ
Transliteration A: oxypeínēs Transliteration B: oxypeinēs Transliteration C: oksypeinis Beta Code: o)cupei/nhs

English (LSJ)

later for ὀξύπεινος.

German (Pape)

[Seite 353] ὁ, = ὀξύπεινος, Sp.

Greek Monolingual

ὀξυπείνης, ὁ (ΑΜ)
αυτός που αισθάνεται πείνα γρήγορα, που πεινάει κάθε τόσο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < οξυ- + -πείνης (< πείνα), πρβλ. γεωπείνης].