πουκαμίσα: Difference between revisions

From LSJ

Φιλοκαλοῦμέν τε γὰρ μετ' εὐτελείας καὶ φιλοσοφοῦμεν ἄνευ μαλακίας → Our love of what is beautiful does not lead to extravagance; our love of the things of the mind does not makes us soft.

Τhucydides, 2.40.1
(33)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η, Ν<br /><b>1.</b> μακρύ [[πουκάμισο]] που φοριέται [[κατά]] τον ύπνο, νυχτικό<br /><b>2.</b> [[ανδρικός]] [[χιτώνας]] που φτάνει [[μέχρι]] τα πόδια<br /><b>3.</b> φαρδύ και μακρύ γυναικείο [[πουκάμισο]] που φοριέται [[συνήθως]] έξω από τη [[φούστα]] ή το [[πανταλόνι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πουκάμισο]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>α</i> (<b>πρβλ.</b> <i>βράκ</i>-<i>α</i>)].
|mltxt=η, Ν<br /><b>1.</b> μακρύ [[πουκάμισο]] που φοριέται [[κατά]] τον ύπνο, νυχτικό<br /><b>2.</b> [[ανδρικός]] [[χιτώνας]] που φτάνει [[μέχρι]] τα πόδια<br /><b>3.</b> φαρδύ και μακρύ γυναικείο [[πουκάμισο]] που φοριέται [[συνήθως]] έξω από τη [[φούστα]] ή το [[πανταλόνι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πουκάμισο]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>α</i> ([[πρβλ]]. [[βράκα]])].
}}
}}

Latest revision as of 16:00, 11 May 2023

Greek Monolingual

η, Ν
1. μακρύ πουκάμισο που φοριέται κατά τον ύπνο, νυχτικό
2. ανδρικός χιτώνας που φτάνει μέχρι τα πόδια
3. φαρδύ και μακρύ γυναικείο πουκάμισο που φοριέται συνήθως έξω από τη φούστα ή το πανταλόνι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πουκάμισο + κατάλ. -α (πρβλ. βράκα)].