σκεπεινός: Difference between revisions
ὦ διάνοια, ἐὰν ἐρευνᾷς τοὺς ἱεροφαντηθέντας λόγους μὲν θεοῦ, νόμους δὲ ἀνθρώπων θεοφιλῶν, οὐδὲν ταπεινὸν οὐδ᾽ ἀνάξιον τοῦ μεγέθους αὐτῶν ἀναγκασθήσῃ παραδέχεσθαι → if, O my understanding, thou searchest on this wise into the oracles which are both words of God and laws given by men whom God loves, thou shalt not be compelled to admit anything base or unworthy of their dignity
(11) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(7 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=skepeinos | |Transliteration C=skepeinos | ||
|Beta Code=skepeino/s | |Beta Code=skepeino/s | ||
|Definition= | |Definition=σκεπεινή, σκεπεινόν, = [[σκεπανός]], σκεπεινὴν νηῒ καταγωγὴν ἔχει Scymn.336; <b class="b3">ἐν τοῖς σ.</b> in the [[sheltered places]], [[LXX]] ''Ne.''4.13(7): written σκεπηνός in Ath.Med. ap. Orib.inc.23.2, Archig. ap.Orib.46.25.7; σκεπινός ''PHolm.''11.39. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''σκεπεινός''': -ή, -όν, = [[σκεπανός]], [[ὑπὲρ]] αὐχένος σκεπεινῆς (κοινῶς ταπεινῆς) Σκύμν. 335· ἐν τοῖς σκεπεινοῖς, εἰς τόπους ἐσκεπασμένους, προφυλαττομένους, Ἑβδ. (Νεεμ. Δ', 13). | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=και [[σκεπηνός]] και [[σκεπινός]], -ή, -όν, Α<br />[[σκεπανός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σκέπω]] ή [[σκέπας]], [[κατά]] τα [[αἰπεινός]], [[σκοτεινός]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 10:45, 25 August 2023
English (LSJ)
σκεπεινή, σκεπεινόν, = σκεπανός, σκεπεινὴν νηῒ καταγωγὴν ἔχει Scymn.336; ἐν τοῖς σ. in the sheltered places, LXX Ne.4.13(7): written σκεπηνός in Ath.Med. ap. Orib.inc.23.2, Archig. ap.Orib.46.25.7; σκεπινός PHolm.11.39.
Greek (Liddell-Scott)
σκεπεινός: -ή, -όν, = σκεπανός, ὑπὲρ αὐχένος σκεπεινῆς (κοινῶς ταπεινῆς) Σκύμν. 335· ἐν τοῖς σκεπεινοῖς, εἰς τόπους ἐσκεπασμένους, προφυλαττομένους, Ἑβδ. (Νεεμ. Δ', 13).
Greek Monolingual
και σκεπηνός και σκεπινός, -ή, -όν, Α
σκεπανός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σκέπω ή σκέπας, κατά τα αἰπεινός, σκοτεινός.