τρίσημος: Difference between revisions

From LSJ

τὸ αὐτοφυὲς κρεῖττον τοῦ ἑτεροδιδάκτου → what is inborn is better than what is taught by others

Source
(12)
 
m (LSJ1 replacement)
 
(8 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=trisimos
|Transliteration C=trisimos
|Beta Code=tri/shmos
|Beta Code=tri/shmos
|Definition=[<b class="b3">ῐ], ον,</b> in Music and Prosody, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> = [[τρίχρονος]], <span class="bibl">Aristox. <span class="title">Rhyth.</span>2.10</span>, <span class="bibl">Aristid.Quint. 1.14</span>. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">II</span> Dor. Τρίσᾱμος, epith. of the <b class="b3">τριάς</b>, Nicom. ap. <span class="bibl">Phot.<span class="title">Bibl.</span>p.144B.</span></span>
|Definition=[ῐ], ον, in Music and Prosody,<br><span class="bld">A</span> = [[τρίχρονος]], Aristox. ''Rhyth.''2.10, Aristid.Quint. 1.14.<br><span class="bld">II</span> Dor. Τρίσᾱμος, [[epithet]] of the [[τριάς]], Nicom. ap. Phot.''Bibl.''p.144B.
}}
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1147.png Seite 1147]] von drei Zeichen; gew. in der Tonkunst u. Metrik, dreizeitig, d. i. von drei Kürzen od. von einer Kürze und einer Länge, die für zwei Kürzen gilt, Gramm.
}}
{{ls
|lstext='''τρίσημος''': -ον, ὁ ἔχων [[τρία]] σημεῖα, ἐπὶ τῆς Ἁγίας Τριάδος, Φωτ. Βιβλιοθ. 144. 2. 2) ἐν τῇ μουσικῇ καὶ τῇ προσῳδίᾳ, = [[τρίχρονος]], Δράκων 125, 10, κλπ.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο / [[τρίσημος]], -ον, ΝΜΑ, και δωρ. τ. [[τρίσαμος]] Α<br />(στην [[προσωδία]] και στη [[μουσική]]) [[τρίχρονος]], αυτός που αποτελείται από [[τρεις]] χρόνους<br /><b>αρχ.</b><br />(για την Αγία Τριάδα) αυτός που φέρει [[τρία]] [[σημεία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>σημος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[σῆμα]]), <b>πρβλ.</b> [[ἑπτά]]-<i>σημος</i>].
}}
}}

Latest revision as of 10:49, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρίσημος Medium diacritics: τρίσημος Low diacritics: τρίσημος Capitals: ΤΡΙΣΗΜΟΣ
Transliteration A: trísēmos Transliteration B: trisēmos Transliteration C: trisimos Beta Code: tri/shmos

English (LSJ)

[ῐ], ον, in Music and Prosody,
A = τρίχρονος, Aristox. Rhyth.2.10, Aristid.Quint. 1.14.
II Dor. Τρίσᾱμος, epithet of the τριάς, Nicom. ap. Phot.Bibl.p.144B.

German (Pape)

[Seite 1147] von drei Zeichen; gew. in der Tonkunst u. Metrik, dreizeitig, d. i. von drei Kürzen od. von einer Kürze und einer Länge, die für zwei Kürzen gilt, Gramm.

Greek (Liddell-Scott)

τρίσημος: -ον, ὁ ἔχων τρία σημεῖα, ἐπὶ τῆς Ἁγίας Τριάδος, Φωτ. Βιβλιοθ. 144. 2. 2) ἐν τῇ μουσικῇ καὶ τῇ προσῳδίᾳ, = τρίχρονος, Δράκων 125, 10, κλπ.

Greek Monolingual

-η, -ο / τρίσημος, -ον, ΝΜΑ, και δωρ. τ. τρίσαμος Α
(στην προσωδία και στη μουσική) τρίχρονος, αυτός που αποτελείται από τρεις χρόνους
αρχ.
(για την Αγία Τριάδα) αυτός που φέρει τρία σημεία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τρι- + -σημος (< σῆμα), πρβλ. ἑπτά-σημος].