τρίσημος

From LSJ

προγράψαντες οὖν τά τε θεωρήματα καὶ τὰ ἐπιτάγματα τὰ χρεῖαν ἔχοντα εἰς τὰς ἀποδείξιας αὐτῶν μετὰ ταῦτα γραψοῦμές τοι τὰ προκείμενα → having therefore written at the beginning the theorems and the postulates that are necessary for their proofs, we will then write out for you the propositions

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρίσημος Medium diacritics: τρίσημος Low diacritics: τρίσημος Capitals: ΤΡΙΣΗΜΟΣ
Transliteration A: trísēmos Transliteration B: trisēmos Transliteration C: trisimos Beta Code: tri/shmos

English (LSJ)

[ῐ], ον, in Music and Prosody,
A = τρίχρονος, Aristox. Rhyth.2.10, Aristid.Quint. 1.14.
II Dor. Τρίσᾱμος, epithet of the τριάς, Nicom. ap. Phot.Bibl.p.144B.

German (Pape)

[Seite 1147] von drei Zeichen; gew. in der Tonkunst u. Metrik, dreizeitig, d. i. von drei Kürzen od. von einer Kürze und einer Länge, die für zwei Kürzen gilt, Gramm.

Greek (Liddell-Scott)

τρίσημος: -ον, ὁ ἔχων τρία σημεῖα, ἐπὶ τῆς Ἁγίας Τριάδος, Φωτ. Βιβλιοθ. 144. 2. 2) ἐν τῇ μουσικῇ καὶ τῇ προσῳδίᾳ, = τρίχρονος, Δράκων 125, 10, κλπ.

Greek Monolingual

-η, -ο / τρίσημος, -ον, ΝΜΑ, και δωρ. τ. τρίσαμος Α
(στην προσωδία και στη μουσική) τρίχρονος, αυτός που αποτελείται από τρεις χρόνους
αρχ.
(για την Αγία Τριάδα) αυτός που φέρει τρία σημεία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τρι- + -σημος (< σῆμα), πρβλ. ἑπτά-σημος].