θυροκοπικός: Difference between revisions

From LSJ

Ὁ σοφὸς ἐν αὑτῷ περιφέρει τὴν οὐσίαν → Qui sapit, is in se cuncta circumfert sua → Der Weise trägt, was er besitzt, in sich herum

Menander, Monostichoi, 404
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (LSJ1 replacement)
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=thyrokopikos
|Transliteration C=thyrokopikos
|Beta Code=qurokopiko/s
|Beta Code=qurokopiko/s
|Definition=ή, όν, [[of]] or [[like]] [[θυροκοπία]]: [[θυροκοπικόν]], [[τό]], [[tune played on the flute]]( = [[κρουσίθυρον]]), Trypho ap.<span class="bibl">Ath.14.618c</span>:— also θῠροκοπ-ιστικόν, τό, Hsch.
|Definition=θυροκοπική, θυροκοπικόν, of or [[like]] [[θυροκοπία]]: [[θυροκοπικόν]], τό, [[tune played on the flute]](= [[κρουσίθυρον]]), Trypho ap.Ath.14.618c:—also θῠροκοπ-ιστικόν, τό, [[Hesychius Lexicographus|Hsch.]]
}}
}}
{{pape
{{pape

Latest revision as of 10:53, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θῠροκοπικός Medium diacritics: θυροκοπικός Low diacritics: θυροκοπικός Capitals: ΘΥΡΟΚΟΠΙΚΟΣ
Transliteration A: thyrokopikós Transliteration B: thyrokopikos Transliteration C: thyrokopikos Beta Code: qurokopiko/s

English (LSJ)

θυροκοπική, θυροκοπικόν, of or like θυροκοπία: θυροκοπικόν, τό, tune played on the flute(= κρουσίθυρον), Trypho ap.Ath.14.618c:—also θῠροκοπ-ιστικόν, τό, Hsch.

German (Pape)

[Seite 1227] ή, όν, an die Thür klopfend, αὐλήσεως εἶδος, was beim Anklopfen an die Thür der Geliebten gesungen wurde, Ath. XIV, 618 c.

Greek (Liddell-Scott)

θῠροκοπικός: -ή, -όν, ἀνήκων εἰς θυροκοπίαν. - θυροκοπικόν, τό, εἶδος χοροῦ, Ἀθην. 618C. - Παρ’ Ἡσυχ. θυροκοπισμός, ὁ.

Greek Monolingual

θυροκοπικός, -ή, -όν (Α) θυροκόπος
1. αυτός που αναφέρεται στη θυροκοπία
2. το ουδ. ως ουσ. τὸ θυροκοπικόν
τραγούδι με αυλό μπροστά σε θύρα.