δαφνίτης: Difference between revisions

From LSJ

ἀλλ' ἦν ἅπαντα τεταγμένα νόμων ἐπιταγαῖς → but all their acts were regulated by prescriptions set forth in laws

Source
m (Text replacement - "VLL</i>" to "Vetera Lexica</i>")
m (LSJ1 replacement)
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=dafnitis
|Transliteration C=dafnitis
|Beta Code=dafni/ths
|Beta Code=dafni/ths
|Definition=[ῑ], ου, ὁ, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[laureate]], [[epithet]] of Apollo at Syracuse, Hsch. </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> [[of bay]], οἶνος <span class="title">Gp.</span>8.8.</span>
|Definition=[ῑ], ου, ὁ,<br><span class="bld">A</span> [[laureate]], [[epithet]] of [[Apollo]] at Syracuse, [[Hesychius Lexicographus|Hsch.]]<br><span class="bld">II</span> [[of bay]], οἶνος ''Gp.''8.8.
}}
}}
{{DGE
{{DGE

Latest revision as of 10:57, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δαφνίτης Medium diacritics: δαφνίτης Low diacritics: δαφνίτης Capitals: ΔΑΦΝΙΤΗΣ
Transliteration A: daphnítēs Transliteration B: daphnitēs Transliteration C: dafnitis Beta Code: dafni/ths

English (LSJ)

[ῑ], ου, ὁ,
A laureate, epithet of Apollo at Syracuse, Hsch.
II of bay, οἶνος Gp.8.8.

Spanish (DGE)

-ου
de laurel οἶνος Gp.8.8 (tít.).

Greek (Liddell-Scott)

δαφνίτης: -ου, ὁ, ὁ δαφνηφόρος, δάφνην ἔχων ἐπὶ τῆς κεφαλῆς, ἐπίθ. τοῦ Ἀπόλλωνος ἐν Συρακούσαις, Ἡσύχ.· πρβλ. δαφνηφόρος. ΙΙ. ἐκ δάφνης, οἶνος Γεωπ. 8. 8.

Greek Monolingual

ο (Α δαφνίτης) δάφνη
νεοελλ.
1. λίθος μέσα στη μάζα του οποίου διαγράφονται σχήματα όμοια με φύλλα δάφνης
2. ποικιλία του χλωρίτη
αρχ.
1. (επίθετο του Απόλλωνος) στεφανωμένος με δάφνη
2. φρ. «δαφνίτης οἶνος» — κρασί αρωματισμένο με δάφνη.

German (Pape)

ὁ,
1 vom Lorbeerbaum, οἶνος Geop.
2 mit Lorbeer bekränzt, Beiname des Apollo bei den Syrakusanern, Vetera Lexica.