ἐμφυτευτικός: Difference between revisions

From LSJ

ἀλλ' ἐσθ' ὁ θάνατος λοῖσθος ἰατρός κακῶν → but death is the ultimate healer of ills

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+), (\w+), (\w+)<\/b>" to "$1, $2, $3")
m (LSJ1 replacement)
 
(2 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=emfyteftikos
|Transliteration C=emfyteftikos
|Beta Code=e)mfuteutiko/s
|Beta Code=e)mfuteutiko/s
|Definition=ή, όν, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[concerning]] [[ἐμφύτευσις]] or [[ἐμφυτεύματα]], [[κανών]], [[συγγραφή]], ib.7.3.2; δίκαιον <span class="bibl"><span class="title">PMasp.</span>298.39</span> (vi A. D.).</span>
|Definition=ἐμφυτευτική, ἐμφυτευτικόν, [[concerning]] [[ἐμφύτευσις]] or [[ἐμφυτεύματα]], [[κανών]], [[συγγραφή]], ib.7.3.2; δίκαιον ''PMasp.''298.39 (vi A. D.).
}}
{{DGE
|dgtxt=-ή, -όν<br />jur. [[enfitéutico]], [[ius]] ἐ. Vlp.<i>Dig</i>.27.9.3.4, δίκαιον Iust.<i>Nou</i>.120.1, <i>PMasp</i>.299.5 (VI d.C.), cf. <i>TAM</i> 5.860.9 (Tiatira, imper.), συγγραφή Iust.<i>Nou</i>.7.3, συμβόλαιον Iust.<i>Nou</i>.120.11, ὁμολογία <i>PMasp</i>.299.60, <i>PMichael</i>.41.3 (ambos VI d.C.), πάκτον <i>PKlein.Form</i>.316 (VI d.C.), de la renta κανών Iust.<i>Nou</i>.7.3.2, 120.8.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0821.png Seite 821]] ή, όν, Erbpacht betreffend, Novell.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0821.png Seite 821]] ή, όν, Erbpacht betreffend, Novell.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ή, -όν<br />jur. [[enfitéutico]], [[ius]] ἐ. Vlp.<i>Dig</i>.27.9.3.4, δίκαιον Iust.<i>Nou</i>.120.1, <i>PMasp</i>.299.5 (VI d.C.), cf. <i>TAM</i> 5.860.9 (Tiatira, imper.), συγγραφή Iust.<i>Nou</i>.7.3, συμβόλαιον Iust.<i>Nou</i>.120.11, ὁμολογία <i>PMasp</i>.299.60, <i>PMichael</i>.41.3 (ambos VI d.C.), πάκτον <i>PKlein.Form</i>.316 (VI d.C.), de la renta κανών Iust.<i>Nou</i>.7.3.2, 120.8.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -ό (AM [[ἐμφυτευτικός]], -ή, -όν)<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην [[εμφύτευση]] («εμφυτευτικό [[δίκαιο]]»)<br /><b>νεοελλ.</b><br />ο [[κατάλληλος]] ή [[χρήσιμος]] για το [[έργο]] της εμφυτεύσεως («εμφυτευτική [[μηχανή]]»).
|mltxt=-ή, -ό (AM [[ἐμφυτευτικός]], -ή, -όν)<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην [[εμφύτευση]] («εμφυτευτικό [[δίκαιο]]»)<br /><b>νεοελλ.</b><br />ο [[κατάλληλος]] ή [[χρήσιμος]] για το [[έργο]] της εμφυτεύσεως («εμφυτευτική [[μηχανή]]»).
}}
}}

Latest revision as of 11:07, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐμφῠτευτικός Medium diacritics: ἐμφυτευτικός Low diacritics: εμφυτευτικός Capitals: ΕΜΦΥΤΕΥΤΙΚΟΣ
Transliteration A: emphyteutikós Transliteration B: emphyteutikos Transliteration C: emfyteftikos Beta Code: e)mfuteutiko/s

English (LSJ)

ἐμφυτευτική, ἐμφυτευτικόν, concerning ἐμφύτευσις or ἐμφυτεύματα, κανών, συγγραφή, ib.7.3.2; δίκαιον PMasp.298.39 (vi A. D.).

Spanish (DGE)

-ή, -όν
jur. enfitéutico, ius ἐ. Vlp.Dig.27.9.3.4, δίκαιον Iust.Nou.120.1, PMasp.299.5 (VI d.C.), cf. TAM 5.860.9 (Tiatira, imper.), συγγραφή Iust.Nou.7.3, συμβόλαιον Iust.Nou.120.11, ὁμολογία PMasp.299.60, PMichael.41.3 (ambos VI d.C.), πάκτον PKlein.Form.316 (VI d.C.), de la renta κανών Iust.Nou.7.3.2, 120.8.

German (Pape)

[Seite 821] ή, όν, Erbpacht betreffend, Novell.

Greek Monolingual

-ή, -ό (AM ἐμφυτευτικός, -ή, -όν)
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην εμφύτευση («εμφυτευτικό δίκαιο»)
νεοελλ.
ο κατάλληλος ή χρήσιμος για το έργο της εμφυτεύσεως («εμφυτευτική μηχανή»).