χρεοκ-: Difference between revisions
From LSJ
Ἀνὴρ ἀτυχῶν δὲ σώζεται ταῖς ἐλπίσιν → Presso miseria spes salus est unica → Allein die Hoffnung trägt den, der im Unglück ist
(6_22) |
m (LSJ1 replacement) |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=chreok- | |Transliteration C=chreok- | ||
|Beta Code=xreok | |Beta Code=xreok | ||
|Definition=χρεολ-, etc., later forms in compos. for <b class="b3">χρεω-</b>, acc. to Lob. | |Definition=χρεολ-, etc., later forms in compos. for <b class="b3">χρεω-</b>, acc. to Lob.''Phryn.''390; but Hdn.Epim.207 prefers the short vowel. | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''χρεοκ-''': χρεολ-, κτλ., ἀδόκιμοι τύποι ἐν συνθέσει ἀντὶ χρεω-, κατὰ τὸν Λοβέκ. εἰς Φρύν. 390· εἰ καὶ ὁ Δινδ. ἑπόμενος τῷ Ἡρῳδιαν. (ἐν Ἐπιμ. 207) προτιμᾷ τὸ βραχὺ φωνῆεν. | |lstext='''χρεοκ-''': χρεολ-, κτλ., ἀδόκιμοι τύποι ἐν συνθέσει ἀντὶ χρεω-, κατὰ τὸν Λοβέκ. εἰς Φρύν. 390· εἰ καὶ ὁ Δινδ. ἑπόμενος τῷ Ἡρῳδιαν. (ἐν Ἐπιμ. 207) προτιμᾷ τὸ βραχὺ φωνῆεν. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 11:13, 25 August 2023
English (LSJ)
χρεολ-, etc., later forms in compos. for χρεω-, acc. to Lob.Phryn.390; but Hdn.Epim.207 prefers the short vowel.
Greek (Liddell-Scott)
χρεοκ-: χρεολ-, κτλ., ἀδόκιμοι τύποι ἐν συνθέσει ἀντὶ χρεω-, κατὰ τὸν Λοβέκ. εἰς Φρύν. 390· εἰ καὶ ὁ Δινδ. ἑπόμενος τῷ Ἡρῳδιαν. (ἐν Ἐπιμ. 207) προτιμᾷ τὸ βραχὺ φωνῆεν.