βουλευτέον: Difference between revisions
Ξένος ὢν ἀπράγμων ἴσθι καὶ πράξεις καλῶς → Rerum abstine peregrinus et vives bene → Als Fremder sei friedliebend und es geht dir gut
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
m (LSJ1 replacement) |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=voulefteon | |Transliteration C=voulefteon | ||
|Beta Code=bouleute/on | |Beta Code=bouleute/on | ||
|Definition=[[one must take counsel]], [[ὅπως]]… | |Definition=[[one must take counsel]], [[ὅπως]]… A.''Ag.''847; τί χρὴ δρᾶν S.''El.''16; περί τινος Isoc.6.90: pl., βουλευτέα Th.7.60. | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE |
Revision as of 11:16, 25 August 2023
English (LSJ)
one must take counsel, ὅπως… A.Ag.847; τί χρὴ δρᾶν S.El.16; περί τινος Isoc.6.90: pl., βουλευτέα Th.7.60.
Spanish (DGE)
hay que considerar o deliberar, hay que decidir τὸ ... καλῶς ἔχον ὅπως χρονίζον εὖ μενεῖ β. A.A.847, τί χρὴ δρᾶν ... β. S.El.16, περὶ ... τῶν αὐτῶν οὐχ ὁμοίως ἅπασιν β. sobre las mismas cosas no han de adoptarse las mismas consideraciones por todos Isoc.6.90, cf. Th.1.72, 6.90, X.Cyr.4.5.24.
Greek (Liddell-Scott)
βουλευτέον: ῥημ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ βουλευθῇ, νὰ σκεφθῇ, Θουκ. 7. 60· ὅπως… Αἰσχύλ. Ἀγ. 847· τί χρὴ δρᾶν Σοφ. Ἠλ. 16.
Greek Monotonic
βουλευτέον: ρημ. επίθ. του βουλεύω, πρέπει κανείς να συλλογισθεί, να σκεφτεί, σε Αισχύλ., Σοφ., Θουκ.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
βουλευτέον, adj. verb. van βουλεύω, er moet overlegd worden.