συλλανθάνω: Difference between revisions
From LSJ
γλυκύ δ᾽ἀπείρῳ πόλεμος, πεπειραμένων δέ τις ταρβεῖ προσιόντα, νιν καρδίᾳ περισσῶς → A sweet thing is war to the inexperienced, but anyone who has tasted it trembles at its approach, exceedingly, in his heart (Pindar, for the Thebans, fr. 110)
(11) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(10 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=syllanthano | |Transliteration C=syllanthano | ||
|Beta Code=sullanqa/nw | |Beta Code=sullanqa/nw | ||
|Definition= | |Definition=[[escape at the same time]], τὴν Ἥραν καὶ τὸν ἔλεγχον ''Gp.''11.22.1, cf. ''Afric.Cest.''p.23 V. | ||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0975.png Seite 975]] (s. [[λανθάνω]]), mit oder zusammen verborgen sein, Sp. | |||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''συλλανθάνω''': [[διαλανθάνω]], [[διαφεύγω]] συγχρόνως, «συλλαθεῖν ἐπειρᾶτο (ὁ [[Ζεύς|Ζεὺς]] δηλ.) τὴν Ἥραν καὶ τὸν ἔλεγχον» Γεωπ. 11, 22, 1. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ΜΑ [[λανθάνω]]<br />[[διαφεύγω]] από την [[προσοχή]] κάποιου [[μαζί]] ή ταυτόχρονα με άλλον. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 11:29, 25 August 2023
English (LSJ)
escape at the same time, τὴν Ἥραν καὶ τὸν ἔλεγχον Gp.11.22.1, cf. Afric.Cest.p.23 V.
German (Pape)
[Seite 975] (s. λανθάνω), mit oder zusammen verborgen sein, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
συλλανθάνω: διαλανθάνω, διαφεύγω συγχρόνως, «συλλαθεῖν ἐπειρᾶτο (ὁ Ζεὺς δηλ.) τὴν Ἥραν καὶ τὸν ἔλεγχον» Γεωπ. 11, 22, 1.
Greek Monolingual
ΜΑ λανθάνω
διαφεύγω από την προσοχή κάποιου μαζί ή ταυτόχρονα με άλλον.