χοροιθαλής: Difference between revisions

From LSJ

Ἤθη πονηρὰ τὴν φύσιν διαστρέφει → Bonae indolis venena sunt mores mali → Verdorbne Sitten sind verderblich der Natur

Menander, Monostichoi, 203
(4b)
m (LSJ1 replacement)
 
(9 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=choroithalis
|Transliteration C=choroithalis
|Beta Code=xoroiqalh/s
|Beta Code=xoroiqalh/s
|Definition=ές, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">flourishing in the dance</b>, κοῦραι <span class="title">AP</span>6.287 (Antip.).</span>
|Definition=χοροιθαλές, [[flourishing in the dance]], κοῦραι ''AP''6.287 (Antip.).
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1366.png Seite 1366]] ές, im Chore prangend, κοῦραι Antp. Sid. 23 (VI, 287).
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1366.png Seite 1366]] ές, im Chore prangend, κοῦραι Antp. Sid. 23 (VI, 287).
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />[[qui fleurit dans les chœurs]].<br />'''Étymologie:''' [[χορός]], [[θάλλω]].
}}
{{elru
|elrutext='''χοροιθαλής:''' [[блистающий в хороводах]] (κοῦραι Anth.).
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''χοροιθᾰλής''': -ές, ὁ θάλλων, διαπρέπων ἐν τῷ χορῷ, χοροιθαλέας κούρας Ἀνθ. Παλατ. 6. 287.
|lstext='''χοροιθᾰλής''': -ές, ὁ θάλλων, διαπρέπων ἐν τῷ χορῷ, χοροιθαλέας κούρας Ἀνθ. Παλατ. 6. 287.
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />qui fleurit dans les chœurs.<br />'''Étymologie:''' [[χορός]], [[θάλλω]].
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''χοροιθᾰλής:''' -ές ([[θάλλω]]), αυτός που διαπρέπει στο χορό, σε Ανθ.
|lsmtext='''χοροιθᾰλής:''' -ές ([[θάλλω]]), αυτός που διαπρέπει στο χορό, σε Ανθ.
}}
}}
{{elru
{{mdlsj
|elrutext='''χοροιθαλής:''' блистающий в хороводах (κοῦραι Anth.).
|mdlsjtxt=χοροι-θᾰλής, ές [[θάλλω]]<br />[[flourishing]] in the [[dance]], Anth.
}}
}}

Latest revision as of 11:50, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χοροιθᾰλής Medium diacritics: χοροιθαλής Low diacritics: χοροιθαλής Capitals: ΧΟΡΟΙΘΑΛΗΣ
Transliteration A: choroithalḗs Transliteration B: choroithalēs Transliteration C: choroithalis Beta Code: xoroiqalh/s

English (LSJ)

χοροιθαλές, flourishing in the dance, κοῦραι AP6.287 (Antip.).

German (Pape)

[Seite 1366] ές, im Chore prangend, κοῦραι Antp. Sid. 23 (VI, 287).

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
qui fleurit dans les chœurs.
Étymologie: χορός, θάλλω.

Russian (Dvoretsky)

χοροιθαλής: блистающий в хороводах (κοῦραι Anth.).

Greek (Liddell-Scott)

χοροιθᾰλής: -ές, ὁ θάλλων, διαπρέπων ἐν τῷ χορῷ, χοροιθαλέας κούρας Ἀνθ. Παλατ. 6. 287.

Greek Monolingual

-ές, Α
αυτός που διαπρέπει στον χορό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χοροῖ, τοπική του χορός, + -θαλής (< θάλος < θάλλω), πρβλ. ὀρει-θαλής. Η χρησιμοποίηση της τοπικής στο α' συνθετικό οφείλεται σε μετρικούς λόγους προς αποφυγήν τών αλλεπάλληλων βραχειών συλλαβών].

Greek Monotonic

χοροιθᾰλής: -ές (θάλλω), αυτός που διαπρέπει στο χορό, σε Ανθ.

Middle Liddell

χοροι-θᾰλής, ές θάλλω
flourishing in the dance, Anth.