καινοχωρισμός: Difference between revisions

From LSJ

Ἔστιν τι κἀν κακοῖσιν ἡδονῆς μέτρον → Voluptas aliqua inest vel infortunio → Es wohnt im Leid auch ein begrenztes Maß an Lust

Menander, Monostichoi, 182
(18)
m (LSJ1 replacement)
 
(4 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=kainochorismos
|Transliteration C=kainochorismos
|Beta Code=kainoxwrismo/s
|Beta Code=kainoxwrismo/s
|Definition=ὁ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">renewed execution</b>, συναλλάξεως <span class="bibl"><span class="title">POxy.</span>1644.19</span> (i B. C.).</span>
|Definition=ὁ, [[renewed execution]], συναλλάξεως ''[[Oxyrhynchus Papyri|POxy.]]''1644.19 (i B. C.).
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[καινοχωρισμός]], ὁ (Α)<br /><b>πάπ.</b> η εκ νέου, η καινούργια [[κατάθεση]], η εκ νέου [[εκτέλεση]] («καινοχωρισμὸς συναλλάξεως»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[καινός]] <span style="color: red;">+</span> [[χωρισμός]] (<span style="color: red;"><</span> [[χωρίζω]])].
|mltxt=[[καινοχωρισμός]], ὁ (Α)<br /><b>πάπ.</b> η εκ νέου, η καινούργια [[κατάθεση]], η εκ νέου [[εκτέλεση]] («καινοχωρισμὸς συναλλάξεως»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[καινός]] <span style="color: red;">+</span> [[χωρισμός]] (<span style="color: red;"><</span> [[χωρίζω]])].
}}
}}

Latest revision as of 11:52, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: καινοχωρισμός Medium diacritics: καινοχωρισμός Low diacritics: καινοχωρισμός Capitals: ΚΑΙΝΟΧΩΡΙΣΜΟΣ
Transliteration A: kainochōrismós Transliteration B: kainochōrismos Transliteration C: kainochorismos Beta Code: kainoxwrismo/s

English (LSJ)

ὁ, renewed execution, συναλλάξεως POxy.1644.19 (i B. C.).

Greek Monolingual

καινοχωρισμός, ὁ (Α)
πάπ. η εκ νέου, η καινούργια κατάθεση, η εκ νέου εκτέλεση («καινοχωρισμὸς συναλλάξεως»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < καινός + χωρισμός (< χωρίζω)].