καρδιοειδής: Difference between revisions
From LSJ
ἀγεωμέτρητος μηδεὶς εἰσίτω → no one ignorant of geometry may enter, let no one ignorant of geometry enter, let no one ignorant of geometry come in
(a) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(7 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=kardioeidis | |Transliteration C=kardioeidis | ||
|Beta Code=kardioeidh/s | |Beta Code=kardioeidh/s | ||
|Definition= | |Definition=καρδιοειδές, [[heart-shaped]], σχῆμα Herm.''in Phdr.''p.199A. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1326.png Seite 1326]] ές, herzförmig, Sp. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1326.png Seite 1326]] ές, herzförmig, Sp. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ές (Α [[καρδιοειδής]]) αυτός που έχει [[μορφή]] ή [[σχήμα]] καρδιάς, [[καρδιόσχημος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> «[[καρδιοειδής]] [[καμπύλη]]»<br /><b>μαθ.</b> η επίπεδη [[καμπύλη]] που έχει [[σχήμα]] καρδιάς και διαγράφεται από ένα [[σημείο]] της περιφέρειας ενός κύκλου όταν αυτός κυλάει [[πάνω]] στην [[περιφέρεια]] ενός άλλου κύκλου με ίση διάμετρο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>καρδι</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>ειδής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[εἶδος]]), [[πρβλ]]. [[ατρακτοειδής]], [[σφαιροειδής]]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 12:00, 25 August 2023
English (LSJ)
καρδιοειδές, heart-shaped, σχῆμα Herm.in Phdr.p.199A.
German (Pape)
[Seite 1326] ές, herzförmig, Sp.
Greek Monolingual
-ές (Α καρδιοειδής) αυτός που έχει μορφή ή σχήμα καρδιάς, καρδιόσχημος
νεοελλ.
φρ. «καρδιοειδής καμπύλη»
μαθ. η επίπεδη καμπύλη που έχει σχήμα καρδιάς και διαγράφεται από ένα σημείο της περιφέρειας ενός κύκλου όταν αυτός κυλάει πάνω στην περιφέρεια ενός άλλου κύκλου με ίση διάμετρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < καρδι(ο)- + -ειδής (< εἶδος), πρβλ. ατρακτοειδής, σφαιροειδής].