χαράκτης: Difference between revisions
From LSJ
βωμὸν Ἀριστοτέλης ἱδρύσατο τόνδε Πλάτωνος, ἀνδρὸς ὃν οὐδ' αἰνεῖν τοῖσι κακοῖσι θέμις → Aristotle had this altar of Plato set up — Plato, a man whom the wicked dare not even mention in praise
(13) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(7 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=charaktis | |Transliteration C=charaktis | ||
|Beta Code=xara/kths | |Beta Code=xara/kths | ||
|Definition=ου, ὁ, < | |Definition=χαράκτου, ὁ, [[stamper]], [[coiner]], Man.6.388. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''χᾰράκτης''': -ου, ὡς καὶ νῦν ὁ, χαράττων, ὁ τυπώνων νομίσματα, Μανέθων 6. 388. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ο, ΝΑ, και χαράχτης και θηλ. χαράκτρια και χαράχτρια Ν [[χαράσσω]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[τεχνίτης]] ειδικευμένος στην [[χάραξη]] επιγραφών, εικόνων ή σχεδίων [[πάνω]] σε λίθινες, ξύλινες ή μεταλλικές επιφάνειες<br /><b>2.</b> [[καλλιτέχνης]] που φιλοτεχνεί έργα χαρακτικής<br /><b>αρχ.</b><br />[[κόπτης]] νομισμάτων. | |||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=ὁ, <i>der mit eingegrabenen Zügen bezeichnet, der [[Präger]]</i>, z.B. der [[Münze]], Maneth. 6.388. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 13:18, 25 August 2023
English (LSJ)
χαράκτου, ὁ, stamper, coiner, Man.6.388.
Greek (Liddell-Scott)
χᾰράκτης: -ου, ὡς καὶ νῦν ὁ, χαράττων, ὁ τυπώνων νομίσματα, Μανέθων 6. 388.
Greek Monolingual
ο, ΝΑ, και χαράχτης και θηλ. χαράκτρια και χαράχτρια Ν χαράσσω
νεοελλ.
1. τεχνίτης ειδικευμένος στην χάραξη επιγραφών, εικόνων ή σχεδίων πάνω σε λίθινες, ξύλινες ή μεταλλικές επιφάνειες
2. καλλιτέχνης που φιλοτεχνεί έργα χαρακτικής
αρχ.
κόπτης νομισμάτων.
German (Pape)
ὁ, der mit eingegrabenen Zügen bezeichnet, der Präger, z.B. der Münze, Maneth. 6.388.