μολυβδώδης: Difference between revisions

From LSJ

γραμματική ἐστιν ἐμπειρία τῶν παρὰ ποιηταῖς τε καὶ συγγραφεῦσιν ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ λεγομένων → grammar is a practical knowledge of the usage of poets and writers of prose

Source
m (LSJ1 replacement)
m (LSJ1 replacement)
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=molyvdodis
|Transliteration C=molyvdodis
|Beta Code=molubdw/dhs
|Beta Code=molubdw/dhs
|Definition=μολυβδώδες, = [[μολυβδοειδής]], Hp.''Prog.''2 (interpol.), Dsc.5.81; τὸ τῆς χροιᾶς μ. Gal.11.282.
|Definition=μολυβδῶδες, = [[μολυβδοειδής]], Hp.''Prog.''2 (interpol.), Dsc.5.81; τὸ τῆς χροιᾶς μ. Gal.11.282.
}}
}}
{{pape
{{pape

Latest revision as of 06:30, 26 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μολυβδώδης Medium diacritics: μολυβδώδης Low diacritics: μολυβδώδης Capitals: ΜΟΛΥΒΔΩΔΗΣ
Transliteration A: molybdṓdēs Transliteration B: molybdōdēs Transliteration C: molyvdodis Beta Code: molubdw/dhs

English (LSJ)

μολυβδῶδες, = μολυβδοειδής, Hp.Prog.2 (interpol.), Dsc.5.81; τὸ τῆς χροιᾶς μ. Gal.11.282.

German (Pape)

[Seite 200] ες, = μολυβδοειδής, Diosc.

Greek (Liddell-Scott)

μολυβδώδης: -ες, = μολυβδοειδής, Ἱππ. Προγν. 37. Διοσκ. 5. 97.

Greek Monolingual

μολυβδώδης, -ῶδες (Α) μόλυβδος
μολυβδοειδής, όμοιος με μόλυβδο, με χρώμα μολύβδου.