κορωνοποδώδης: Difference between revisions

From LSJ

πᾶσα σοφία παρὰ Κυρίου καὶ μετ᾿ αὐτοῦ ἐστιν εἰς τὸν αἰῶνα → all wisdom comes from the Lord, she is with him for ever

Source
m (LSJ1 replacement)
m (LSJ1 replacement)
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=koronopododis
|Transliteration C=koronopododis
|Beta Code=korwnopodw/dhs
|Beta Code=korwnopodw/dhs
|Definition=κορωνοποδώδες, [[like crow's feet]], [[Theophrastus|Thphr.]] ''[[Historia Plantarum|HP]]'' 1.10.5.
|Definition=κορωνοποδῶδες, [[like crow's feet]], [[Theophrastus|Thphr.]] ''[[Historia Plantarum|HP]]'' 1.10.5.
}}
}}
{{ls
{{ls

Latest revision as of 06:30, 26 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κορωνοποδώδης Medium diacritics: κορωνοποδώδης Low diacritics: κορωνοποδώδης Capitals: ΚΟΡΩΝΟΠΟΔΩΔΗΣ
Transliteration A: korōnopodṓdēs Transliteration B: korōnopodōdēs Transliteration C: koronopododis Beta Code: korwnopodw/dhs

English (LSJ)

κορωνοποδῶδες, like crow's feet, Thphr. HP 1.10.5.

Greek (Liddell-Scott)

κορωνοποδώδης: -ες, (εἶδος) ὅμοιος τῷ φυτῷ κορωνόπους, ἐκ διορθώσεως ἐν Θεοφρ. Φυτ. π. Ἱστ. 1. 10, 5, (κατ’ εἰκασίαν) ἀντὶ σκολοπώδης.

Greek Monolingual

κορωνοποδώδης, -ῶδες (Α) κορωνόπους
αυτός που μοιάζει με τα πόδια της κουρούνας («τὰ τῆς συκῆς [φύλλα] ὥσπερ ἂν εἴποι τις κορωνοποδώδη», Θεόφρ.).